Τα θέματα της κλιματικής αλλαγής και της ρύπανσης από πλαστικά τείνουν να αποτελούν δύο από τα πιο σημαντικά θέματα στα ΜΜΕ, σε ερευνητικές μελέτες και άλλες περιβαλλοντικές αναφορές. Το γεγονός αυτό οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στο ότι τα πλαστικά προέρχονται από ορυκτά καύσιμα και η καύση των ορυκτών καυσίμων είναι η κύρια αιτία της ανθρωπογενούς κλιματικής αλλαγής.
Ωστόσο, μία νέα έρευνα εξετάζει τη ρύπανση από πλαστικά χρησιμοποιώντας ένα μοντέλο του συστήματος της Γης. Η έρευνα κατέδειξε ότι η έκπλυση άνθρακα από τα υπάρχοντα πλαστικά απόβλημα έχει αμελητέο αντίκτυπο στην κλιματική αλλαγή. Το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι η παραγωγή νέων πλαστικών, διαδικασία η οποία ήδη αντιπροσωπεύει το 4,5% των συνολικών παγκόσμιων εκπομπών άνθρακα και το ποσοστό αυτό έχει αυξητική τάση.
Έκπλυση οργανικού άνθρακα από την πλαστική ρύπανση
Στη φύση, τα φυτά παράγουν οργανικό άνθρακα (ενώσεις άνθρακα-υδρογόνου) από ανόργανο άνθρακα (ενώσεις άνθρακα που δε συνδέονται με υδρογόνο), μέσω της φωτοσύνθεσης. Τα περισσότερα πλαστικά κατασκευάζονται από ορυκτά καύσιμα, τα οποία είναι οργανικές ενώσεις άνθρακα. Αυτός ο οργανικός άνθρακας διοχετεύεται στο περιβάλλον από τα πλαστικά κατά τη διαδικασία αποικοδόμησης τους.
Στο παρελθόν, έχουν υπάρξει ανησυχίες ότι αυτό το φαινόμενο θα μπορούσε να διαταράξει τον παγκόσμιο κύκλο του άνθρακα, λειτουργώντας ως εναλλακτική πηγή άνθρακα για τα βακτήρια, τα οποία καταναλώνουν οργανικό άνθρακα.
Μια βασική υπόθεση σε αυτές τις ανησυχίες είναι ότι οι ροές και οι δεξαμενές οργανικού άνθρακα ασκούν σημαντική επίδραση στον κύκλο του άνθρακα (συμπεριλαμβανομένου του διοξειδίου του άνθρακα της ατμόσφαιρας) σε παγκόσμιο επίπεδο.
Είναι αλήθεια ότι ο διαλυμένος οργανικός άνθρακας είναι μια σημαντική δεξαμενή άνθρακα. Στον ωκεανό, είναι περίπου η ίδια ποσότητα με το διοξείδιο του άνθρακα (CO2) που υπήρχε στην προβιομηχανική γήινη ατμόσφαιρα. Αλλά υπάρχουν βασικές διαφορές μεταξύ του ατμοσφαιρικού CO2 και της αποθήκευσης οργανικού άνθρακα στον ωκεανό. Μία από αυτές είναι οι επιπτώσεις στο κλίμα.
Το ατμοσφαιρικό CO2 θερμαίνει το κλίμα άμεσα, ενώ ο διαλυμένος οργανικός άνθρακας που αποθηκεύεται στον ωκεανό είναι ως επί το πλείστον αδρανής. Αυτή η δεξαμενή διαλυμένου οργανικού άνθρακα δημιουργείται σταδιακά εδώ και πολλές χιλιάδες χρόνια.
Όταν το φυτοπλαγκτόν παράγει οργανικό άνθρακα (ή όταν γίνεται έκπλυση οργανικού άνθρακα από τα πλαστικά), το μεγαλύτερο μέρος του χρησιμοποιείται γρήγορα - μέσα σε λίγες ώρες - από τα βακτήρια και μετατρέπεται σε διαλυμένο ανόργανο άνθρακα. Το μικροσκοπικό κλάσμα του οργανικού άνθρακα που μένει πίσω μετά τη βακτηριακή επεξεργασία, είναι το αδρανές τμήμα που συσσωρεύεται αργά σε μια φυσική δεξαμενή.
Αν λοιπόν θεωρήσουμε ότι ο άνθρακας που προέρχεται από τα πλαστικά αφορά διαλυμένο ανόργανο άνθρακα, καταλαβαίνουμε τη μικρή επίδραση αυτού στην κλιματική αλλαγή. Η δεξαμενή ανόργανου άνθρακα του ωκεανού είναι 63 φορές μεγαλύτερη από αυτή του οργανικού άνθρακα.
Ο άνθρακας από τα πλαστικά έχει μικρή επίδραση στο ατμοσφαιρικό διοξείδιο του άνθρακα
Στην έρευνα χρησιμοποιήθηκε ένα μοντέλο του συστήματος της Γης για να προσομοιωθεί τι θα συνέβαινε αν προστίθονταν διαλυμένος ανόργανος άνθρακας στην επιφάνεια του ωκεανού για 100 χρόνια. Η εφαρμογή έγινε με ρυθμό ισοδύναμο με την ποσότητα άνθρακα που προβλέπεται να διαρρεύσει στον ωκεανό μέχρι το έτος 2040 (29 εκατομμύρια μετρικούς τόνους ετησίως).
Αυτό το σενάριο πιθανότατα υπερεκτιμά την ποσότητα της ρύπανσης από τα πλαστικά. Τα σημερινά ποσοστά ρύπανσης είναι πολύ μικρότερα από αυτό το επίπεδο και η διεθνής συνθήκη για τον περιορισμό της πλαστικής ρύπανσης είναι υπό διαπραγμάτευση.
Η προσομοίωση του μοντέλου της προσθήκης άνθρακα από πλαστικό επαναλήφθηκε, τόσο σε συνθήκες ισχυρής θέρμανσης του κλίματος (για να εξεταστεί αν ο άνθρακας από τα πλαστικά μπορεί να παράγει απροσδόκητες κλιματικές ανατροφοδοτήσεις που αυξάνουν τη θέρμανση) όσο και χωρίς αυτές (για να εξεταστεί αν θα μπορούσε να αλλάξει το κλίμα από μόνος του). Και στις δύο περιπτώσεις, ο άνθρακας από τα πλαστικά, αύξησε μόνο τις ατμοσφαιρικές συγκεντρώσεις CO2 κατά 1 μέρος ανά εκατομμύριο (ppm) σε διάστημα ενός αιώνα.
Αυτή είναι μια πολύ μικρή αύξηση, δεδομένου ότι η τρέχουσα καύση ορυκτών καυσίμων αυξάνει το CO₂ της ατμόσφαιρας κατά περισσότερο από 2 ppm κάθε χρόνο.
Άμεσες εκπομπές από την καύση πλαστικού
Στο πλαίσιο της μελέτης, εξετάστηκε επίσης η επίδραση της αποτέφρωσης πλαστικών. Χρησιμοποιήθηκε ένα σενάριο στο οποίο όλα τα πλαστικά που προβλεπόταν να παραχθούν το έτος 2050 (1,1 δισεκατομμύρια μετρικοί τόνοι) θα καίγονταν και θα μετατρέπονταν απευθείας σε ατμοσφαιρικό CO2 για 100 χρόνια.
Σε αυτό το σενάριο, διαπιστώθηκε ότι το CO2 της ατμόσφαιρας αυξήθηκε λίγο περισσότερο από 21 ppm έως το έτος 2100. Αυτή η αύξηση ισοδυναμεί με την επίδραση λιγότερων από εννέα ετών των τρεχουσών εκπομπών από τα ορυκτά καύσιμα.
Σε σχέση με την τρέχουσα συνεχιζόμενη ευρεία καύση ορυκτών καυσίμων για την παραγωγή ενέργειας, ο άνθρακας που προέρχεται από τα πλαστικά απόβλητα δε θα μπορεί να έχει σημαντικές άμεσες επιπτώσεις στα επίπεδα CO₂ της ατμόσφαιρας, ανεξάρτητα από τη μορφή που λαμβάνει στο περιβάλλον.
Ωστόσο, η παραγωγή πλαστικών, σε αντίθεση με την έκπλυση ή την αποτέφρωση, αντιπροσωπεύει επί του παρόντος περίπου το 4,5% των συνολικών παγκόσμιων εκπομπών. Καθώς η κατανάλωση ορυκτών καυσίμων μειώνεται σε άλλους τομείς, οι εκπομπές από την παραγωγή πλαστικών αναμένεται να αυξήσουν το αποτύπωμα τους, τόσο αναλογικά όσο και σε απόλυτες τιμές.
Μια νομικά δεσμευτική συνθήκη για τη ρύπανση των πλαστικών, βρίσκεται επί του παρόντος υπό ανάπτυξη ως μέρος του προγράμματος του ΟΗΕ για το περιβάλλον, και αποτελεί μια εξαιρετική ευκαιρία να αναγνωριστεί η εντεινόμενη συμβολή της παραγωγής πλαστικών στην κλιματική αλλαγή, ενώ παράλληλα να αναζητηθούν ρυθμιστικά μέτρα για την αντιμετώπιση των σχετικών εκπομπών.
Ο περιορισμός της χρήσης της αποτέφρωσης είναι ένα άλλο φιλικό προς το κλίμα μέτρο που θα είχε μικρή, αλλά θετική συμβολή στους στόχους της Συμφωνίας του Παρισιού.
Φυσικά, η ρύπανση του περιβάλλοντος από τα πλαστικά έχει πολλές αρνητικές επιπτώσεις, πέρα από τις κλιματικές. Η εν λόγω μελέτη τονίζει τη σημασία των δράσεων καθαρισμού του περιβάλλοντος από την πλαστική ρύπανση και την εφαρμογή αυστηρών μέτρων για την αποτροπή της. Αλλά, βάσει των αποτελεσμάτων της μελέτης, η ανάγκη για αυτές τις δράσεις προκύπτει από τη γενικότερη ανάγκη περιβαλλοντικής ευαισθητοποίησης, περιορισμού των αποβλήτων και επανάχρησης/ανακύκλωσης παρά για τη μείωση των εκπομπών άνθρακα.
Με πληροφορίες από phys.org