Εννέα βήματα για το μηδενισμό των εκπομπών άνθρακα σε τσιμέντο και χάλυβα

Εννέα βήματα για το μηδενισμό των εκπομπών άνθρακα σε τσιμέντο και χάλυβα

Το τσιμέντο και ο χάλυβας είναι απαραίτητα δομικά υλικά κτιρίων, αυτοκινήτων, έργων υποδομής και αντικειμένων καθημερινής χρήσης. Ωστόσο, η βιομηχανία παραγωγής τσιμέντου και η παραγωγή σιδήρου και χάλυβα είναι εξαιρετικά ρυπογόνες, απολευθερώνοντας 2,3 δισ. τόνους διοξειδίου του άνθρακα και περίπου 2,6 δισ. τόνους δηλαδή 6,5% και 7,0% των παγκόσμιων εκπομπών, αντίστοιχα.

Το γεγονός αυτό οφείλεται εν μέρει στις μεγάλες ποσότητες στις οποίες χρησιμοποιούνται αυτά τα υλικά: το σκυρόδεμα είναι το δεύτερο προϊόν με τη μεγαλύτερη κατανάλωση στον πλανήτη, μετά το καθαρό νερό. Είναι επίσης χάρη στις μεθόδους παραγωγής τους οι οποίες χαρακτηρίζονται από υψηλές εκπομπές άνθρακα. Οι χημικές αντιδράσεις που εμπλέκονται εκπέμπουν CO2, όπως και η καύση ορυκτών καυσίμων για την παροχή των ιδιαίτερα υψηλών θερμοκρασιών που απαιτούνται στις διαδικασίες παραγωγής. Συνεπώς, απαιτούνται επειγόντως καθαρότεροι τρόποι κατασκευής και χρήσης τσιμέντου και χάλυβα.

Ο κόσμος πρέπει να φτάσει τις καθαρές μηδενικές εκπομπές άνθρακα έως το 2050, παρόλο που η βιομηχανική ζήτηση αυξάνεται και οι τιμές της ενέργειας εκτινάσσονται. Πρέπει να δημιουργηθούν υποδομές, μεταφορά τεχνολογίας και μηχανισμοί για τη μείωση των χρηματοοικονομικών κινδύνων που θα επιτρέψουν την άνθηση της βαριάς βιομηχανίας χαμηλών εκπομπών.

Εντοπίζονται εννέα προτεραιότητες για έρευνα και δράση στον τομέα και είναι βέβαιο ότι οι διαδικασίες κατασκευής χάλυβα χρειάζονται επανεξέταση. Τα μεγαλύτερα κέρδη από το τσιμέντο θα απαιτήσουν τη δέσμευση και αποθήκευση άνθρακα (CCS). Μαζί, αυτά τα βήματα θα μπορούσαν να οδηγήσουν τον χάλυβα να είναι σχεδόν ουδέτερος ως προς τον άνθρακα και το τσιμέντο ένα μέσο αποθήκευσης άνθρακα.

Χρήση καινοτόμων τεχνολογιών

Η διασφάλιση ότι οι μονάδες παραγωγής διαθέτουν την καλύτερη διαθέσιμη τεχνολογία θα προσφέρει άμεσα κέρδη. Η βελτίωση της μόνωσης των βιομηχανικών εγκαταστάσεων μπορεί να εξοικονομήσει το 26% της ενέργειας που χρησιμοποιείται. Πιο σύγχρονοι λέβητες μειώνουν τις ενεργειακές ανάγκες έως και 10% και η χρήση εναλλάκτη θερμότητας μπορεί να μειώσει τις απαιτήσεις ισχύος της διαδικασίας καθαρισμού κατά 25%. Οι παλιές, αναποτελεσματικές, μονάδες συνήθως μένουν πίσω από την άποψη του ανταγωνισμού σε σχέση με τις πιο σύγχρονες εγκαταστάσεις.

Ωστόσο, τα κέρδη μειώνονται καθώς οι βιομηχανίες ωριμάζουν και οι βελτιώσεις γίνονται σταδιακά. Σήμερα, τα πιο αποδοτικά εργοστάσια τσιμέντου μπορούν να συμπιέσουν μόνο το 0,04% της εξοικονόμησης ενέργειας ετησίως με την αναβάθμιση των τεχνολογιών. Συνεπώς, είναι ανάγκη να γίνουν περισσότερες ενέργειες.

Περιορισμός χρήσης

Μικρότερες ποσότητες χάλυβα και τσιμέντου μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την ίδια εργασία. Σήμερα, ο κόσμος παράγει 530 κιλά τσιμέντου και 240 κιλά χάλυβα ανά άτομο ετησίως. Μικρές αλλά σημαντικές αλλαγές στους κανόνες δόμησης και την εκπαίδευση αρχιτεκτόνων, μηχανικών και κατασκευαστικών εταιρειών, θα μπορούσαν να μειώσουν τη ζήτηση για τσιμέντο έως και 26% και για χάλυβα κατά 24%, σύμφωνα με τη Διεθνή Υπηρεσία Ενέργειας.

Πολλοί κανόνες δόμησης βασίζονται στην υπερεφαρμογή για λόγους ασφάλειας. Αυτό το περιθώριο θα μπορούσε να περιοριστεί με χρήση σύγχρονων υλικών και υπολογιστικών μοντέλων κατά τη φάση σχεδιασμού, ώστε να καταναλωθεί μόνο η απαραίτητη ποσότητα υλικών. Εναλλακτικά υλικά με μικρότερο αποτύπωμα άνθρακα για μια δεδομένη χρήση, όπως το αλουμίνιο, ενδέχεται να αντικαταστήσουν τον χάλυβα σε ορισμένα προϊόντα, συμπεριλαμβανομένων των αυτοκινήτων. Οι επαγγελματίες θα πρέπει να αλλάξουν τις πρακτικές τους και να επανεκπαιδευτούν.

Must Reads

Επαναπροσδιορισμός της παραγωγής χάλυβα

Ο άνθρακας βρίσκεται στον πυρήνα της συμβατικής παραγωγής χάλυβα. Ο οπτάνθρακας (που προέρχεται από άνθρακα) τροφοδοτεί υψικάμινους, όπου τα μεταλλεύματα σιδήρου ανάγονται σε μεταλλικό σίδηρο σε θερμοκρασίες έως 2.300°C. Το κωκ καίγεται για να παράγει μονοξείδιο του άνθρακα το οποίο μετατρέπει το μετάλλευμα σε σίδηρο και CO2. Στη συνέχεια, ο τηγμένος σίδηρος ανάγεται σε χάλυβα, συνήθως σε κλίβανο με καύση άνθρακα, αλλά μερικές φορές (ειδικά κατά την ανακύκλωση scrap) σε κάμινο ηλεκτρικού τόξου (EAF). Η διαδικασία εκπέμπει περίπου 1.800 κιλά CO2, ή και περισσότερο, ανά τόνο χάλυβα.

Άλλες ουσίες μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τη αναγωγή των μεταλλευμάτων. Περίπου το 5% του παγκόσμιου χάλυβα κατασκευάζεται ήδη μέσω διεργασιών «Direct Reduced Iron» (DRI) που δεν απαιτούν οπτάνθρακα αλλά υδρογόνο και CO (που προέρχονται από μεθάνιο ή άνθρακα). Χρησιμοποιώντας αέριο προερχόμενο από μεθάνιο και ηλεκτρική ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές για την τροφοδοσία ενός ηλεκτρικού κλιβάνου, οι χαλυβουργικές μονάδες εκπέμπουν περίπου 700 κιλά CO2 ανά τόνο χάλυβα, 61% λιγότερο από αυτές με βάση τον οπτάνθρακα.

Ακόμα καλύτερα, η αποκλειστική χρήση υδρογόνου σε διεργασίες DRI θα μειώσει τις εκπομπές CO2 σε 50 κιλά ή λιγότερο ανά τόνο χάλυβα -μείωση 97%. Εταιρείες στην Ευρώπη, την Κίνα και την Αυστραλία εφαρμόζουν πιλοτικά τέτοιου είδους εργοστάσια, με αρκετά προγραμματισμένα να ανοίξουν το 2025 ή το 2026. Η πρόκληση είναι ότι αυτή η διαδικασία απαιτεί πολύ υδρογόνο.

Η παραγωγή όλου του χάλυβα με αυτόν τον τρόπο θα σήμαινε σχεδόν τριπλασιασμό της παγκόσμιας παραγωγής υδρογόνου, από 60 σε περίπου 135 εκατομμύρια τόνους ετησίως. Και το πιο φθηνό υδρογόνο σήμερα προέρχεται από το φυσικό αέριο, το οποίο απελευθερώνει CO2. Μια πιο πράσινη επιλογή -η διάσπαση του νερού με ηλεκτρολύτες- είναι περίπου 2,5 φορές πιο ακριβή. Το κόστος λογικά θα μειωθεί καθώς κατασκευάζονται περισσότερα εργοστάσια.

Όμως υπάρχουν και άλλες εναλλακτικές που αξίζουν διερεύνησης. Το 2004, το Ultralow-CO2 Steelmaking Consortium -48 εταιρείες και οργανισμοί σε 15 ευρωπαϊκές χώρες- αξιολόγησε τις επιλογές. Η Tata Steel, που εδρεύει στο Jamshedpur της Ινδίας, κατασκεύασε ένα πιλοτικό εργοστάσιο το 2010 στην Ολλανδία για μια προηγμένη διαδικασία παραγωγής χάλυβα, που εξακολουθεί να βασίζεται στον άνθρακα, αλλά απλοποιημένη με τρόπο ώστε να διευκολύνει τη δέσμευση άνθρακα. Η πτώση της τιμής του πράσινου υδρογόνου, το οποίο παράγεται με χρήση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, ωθεί τώρα την Tata Steel να εκμεταλλευτεί διεργασίες DRI με βάση το υδρογόνο.

Μια πολλά υποσχόμενη εναλλακτική λύση που αφορά στο υδρογόνο, είναι η χρήση ηλεκτρικής ενέργειας για την αναγωγή του σιδηρομεταλλεύματος μέσω ηλεκτρόλυσης. Αυτή η μέθοδος διερευνάται από τη Boston Metal στη Μασαχουσέτη και την Arcelor Mittal με έδρα το Λουξεμβούργο.

Επανεφεύρεση του τσιμέντου

Η παραγωγή του τσιμέντου Portland -του πιο συνηθισμένου τύπου τσιμέντου- ξεκινά με την πύρωση του ασβεστόλιθου σε θερμοκρασίες άνω των 850°C για να σχηματίσει ασβέστης και CO2. Ο ασβέστης συνδυάζεται με άμμο και άργιλο σε κλίβανο στους 1.450°C για τη δημιουργία κλίνκερ. Μερικά άλλα συστατικά αναμειγνύονται για να προκύψει το τσιμέντο. Περίπου το 60% των εκπομπών από ένα εργοστάσιο προϊόντος υψηλής ποιότητας προέρχεται από την αντίδραση πύρωσης και το μεγαλύτερο μέρος του υπολοίπου, από την κατανάλωση καυσίμου. Συνολικά, η διαδικασία παράγει περίπου 800 κιλά CO2 ανά τόνο τσιμέντου σε ένα μέσο εργοστάσιο και 600 κιλά σε ένα εργοστάσιο τελευταίας τεχνολογίας..

Το τσιμέντο μπορεί να παραχθεί χωρίς ασβεστόλιθο. Για παράδειγμα, το τσιμέντο με οξυχλωριούχο μαγνήσιο (που ονομάζεται sorel), υπάρχει από το 1867 αλλά δεν έχει διατεθεί στο εμπόριο επειδή έχει χαμηλή ανοχή στο νερό. Δεκάδες παραλλαγές τσιμέντου βρίσκονται υπό διερεύνηση. Για να χρησιμοποιηθούν στην κατασκευή, ωστόσο, οι κανονισμοί δόμησης, τα σχέδια και οι πρακτικές θα πρέπει να τροποποιηθούν ώστε να ληφθούν υπόψη οι διαφορετικές αντοχές και ιδιότητες αυτών των υλικών. Αυτό θα διαρκέσει περισσότερο από μια δεκαετία.

Ο ασβεστόλιθος είναι η πηγή των περισσότερων εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα κατά την παραγωγή τσιμέντου

Μια άλλη επιλογή είναι η αντικατάσταση μέρους του κλίνκερ με πιο βιώσιμα υλικά. Τα κοινώς διαθέσιμα περιλαμβάνουν σκωρία υψικαμίνου και τέφρα από σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής με καύση άνθρακα. Αλλά αυτά τα υλικά θα σπανίζουν όταν καταργηθούν σταδιακά τα ορυκτά καύσιμα. Οι ερευνητές διερευνούν άλλες επιλογές, συμπεριλαμβανομένης της σκωρίας από ανακυκλωμένο σίδηρο που παράγεται σε κάμινο ηλεκτρικού τόξου και από την επεξεργασία χάλυβα μέσω της μεθόδου DRI με χρήση καμίνου ηλεκτρικού τόξου.

Ένα πολλά υποσχόμενο παράδειγμα είναι το τσιμέντο αργιλικού ασβεστίου (LC3). Με παρόμοιες ιδιότητες με το συνηθισμένο τσιμέντο Πόρτλαντ, είναι ήδη κοντά στην εμπορευματοποίηση και θα ήταν εύκολο να το αντικαταστήσει. Σε αυτού του είδους το τσιμέντο, μπορεί να αντικατασταθεί έως και το μισό κλίνκερ. Ορισμένες εταιρείες περιλαμβάνουν ήδη την τεχνολογία LC3 στις στρατηγικές μηδενισμού των καθαρών εκπομπών άνθρακα, μεταξύ των οποίων η LafargeHolcim και η Heidelberg Cement.

Αντικατάσταση καυσίμων

Για τον χάλυβα, είναι ρεαλιστικό να αντικατασταθεί ο άνθρακας και το κωκ με λιθάνθρακα ή άλλες μορφές βιομάζας. Υπάρχουν όμως προκλήσεις. Η καλλιέργεια βιομάζας για ενέργεια μπορεί να έρχεται σε σύγκρουση με τις ανάγκες γης για τη γεωργία και δεν είναι όλες οι συγκομιδές βιομάζας βιώσιμες. Ο ξυλάνθρακας είναι πολύ αδύναμος (σε σύγκριση με τον οπτάνθρακα) για χρήση σε υψικάμινους. Η επανεξέταση της επεξεργασίας χάλυβα, όπως παραπάνω, είναι μια καλύτερη λύση.

Για το τσιμέντο, ωστόσο, τα αστικά στερεά απόβλητα -ή τα προσεκτικά διαλεγμένα σκουπίδια- μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως εναλλακτικό καύσιμο: οι υψηλές θερμοκρασίες στον κλίβανο αποτεφρώνουν τοξικά υλικά στα απόβλητα και η στάχτη μπορεί να ενσωματωθεί στο κλίνκερ. Έως και το 57% της ενέργειας της μεξικανικής εταιρείας Cemex στα εργοστάσια τσιμέντου στο Ηνωμένο Βασίλειο προέρχεται από αυτά τα εναλλακτικά καύσιμα και η κατανάλωση εναλλακτικών καυσίμων της βρετανικής εταιρείας Hanson είναι 52%. Αυτή η στρατηγική θα πρέπει να ενθαρρυνθεί, μεταξύ άλλων, με τη θέσπιση κατάλληλων κανονισμών σε εθνικό επίπεδο.

Δέσμευση άνθρακα

Η δέσμευση και αποθήκευση άνθρακα (CCS, Carbon Capture and Storage) συνίσταται στη συλλογή CO2 και την παγίδευση του στο υπέδαφος. Η διαδικασία αυτή θα είναι απαραίτητη για τη μείωση των εκπομπών άνθρακα που προέρχονται από την παραγωγή τσιμέντου και είναι επίσης σημαντική για τον χάλυβα.

Η δέσμευση και αποθήκευση του άνθρακα είναι σχετικά προηγμένη σε ορισμένους άλλους κλάδους. Η νορβηγική κρατική εταιρεία πετρελαίου Equinor, εκμεταλλεύεται ένα έργο CCS από τα τέλη της δεκαετίας του 1990, παγιδεύοντας περίπου ένα εκατομμύριο τόνους CO2 ετησίως. Αλλά η τεχνολογία υποχρησιμοποιείται. Μόλις το 0,1% όλων των παγκόσμιων εκπομπών συλλέγονται και αποθηκεύονται επί του παρόντος. Μόνο μερικές μονάδες χάλυβα και σκυροδέματος δοκιμάζουν την τεχνολογία CCS. Για παράδειγμα, ένα σύγχρονο εργοστάσιο χάλυβα DRI στο Άμπου Ντάμπι, χρησιμοποιεί τεχνολογία CCS από το 2016. Η λύση της συλλογής και αποθήκευσης ειναι αναγκαίο να υιοθετηθεί γρήγορα.

Ένα σημαντικό ζήτημα είναι ότι η ροή CO2 πρέπει να είναι καθαρή περισσότερο από 99,9% για να μειωθεί το κόστος συμπίεσης και αποθήκευσης του αερίου. Οι τυπικές ροές χαλυβουργιών και τσιμεντοβιομηχανιών αποτελούνται από περίπου 30% CO2, ενώ το υπόλοιπο είναι κυρίως άζωτο και ατμός. Μια επιλογή για τη βιομηχανία τσιμέντου είναι η καύση καυσίμου με μείγμα οξυγόνου και ανακυκλωμένων καυσαερίων, αφήνοντας ένα σχετικά καθαρό ρεύμα CO2. Αλλά αυτό είναι δύσκολο, μιας και απαιτεί τη σφράγιση ενός πολύ ζεστού, περιστρεφόμενου κλιβάνου.

Ένας άλλος τρόπος για να απομονωθεί το CO2 από τη διαδικασία πύρωσης, είναι να θερμανθεί ο ασβεστόλιθος έμμεσα (μέσω μιας ενδιάμεσης επιφάνειας), έτσι ώστε οι εκπομπές από τη θέρμανση να διαχωρίζονται από αυτές του ασβεστόλιθου. Οι εκπομπές από ασβεστόλιθο είναι σχεδόν καθαρές και δεν απαιτούν πολύ περαιτέρω επεξεργασία, μειώνοντας το κόστος της δέσμευσης και αποθήκευσης. Τα έργα LEILAC 1 και 2 (στο Lixhe του Βελγίου και στο Ανόβερο της Γερμανίας αντίστοιχα) το δοκιμάζουν. Το LEILAC 2 συλλαμβάνει περίπου το 20% των εκπομπών που προκύπτουν από τις διεργασίες ενός εργοστασίου τσιμέντου, περίπου 100.000 τόνους ετησίως.

Η κατασκευή βαρέων βιομηχανιών σε ομάδες θα επέτρεπε κοινή χρήση θερμότητας, υλικών και υποδομών για την παραγωγή και αποθήκευση υδρογόνου, καθώς και τη συλλογή και διάθεση αποβλήτων CO2. Τέτοια συμπλέγματα αναπτύσσονται στο Kalinborg της Δανίας, στο Tyneside του Ηνωμένου Βασιλείου, στο Ρότερνταμ της Ολλανδίας και στο Μπέργκεν της Νορβηγίας.

Αποθήκευση διοξειδίου του άνθρακα σε σκυρόδεμα

Το τσιμέντο μετατρέπεται σε σκυρόδεμα με την προσθήκη νερού, άμμου και χαλικιών. Το νερό προκαλεί αντιδράσεις που σκληραίνουν το υλικό και δεσμεύουν τα αδρανή. Πιθανή προσθήκη CO2 μπορεί να κάνει το τσιμέντο ισχυρότερο, εφόσον με προσθήκη CO2 της τάξης του 1,3% του βάρους του σκυροδέματος, η σκληρότητα του υλικού μπορεί να αυξηθεί κατά περίπου 10%. Αυτό οδηγεί σε μείωση της ποσότητας τσιμέντου που απαιτείται σε μια κατασκευή -μαζί με τις καθαρές εκπομπές- κατά περίπου 5%.

Η βελτιστοποίηση της δέσμευσης άνθρακα στο σκυρόδεμα είναι ένας ενεργός τομέας έρευνας. Εταιρείες όπως η CarbonCure στο Dartmouth του Καναδά εγχέουν ήδη CO2 σε σκυρόδεμα σε μεγάλη κλίμακα. Η εταιρεία αναφέρει ότι έχει παραδώσει σχεδόν 2 εκατ. φορτηγά σκυροδέματος CarbonCure, εξοικονομώντας 132.000 τόνους CO2. Το τσιμέντο και το σκυρόδεμα απορροφούν αμφότερα CO2 από τον αέρα, μετατρέποντας συστατικά με βάση το ασβέστιο ξανά σε ασβεστόλιθο. Οι δυνατότητες εκεί είναι, θεωρητικά, τεράστιες. Περίπου οι μισές εκπομπές CO2 από την παραγωγή τσιμέντου θα μπορούσαν να απορροφηθούν εκ νέου. Αλλά τα υλικά θα πρέπει να περάσουν από διαδικασία μείωσης του μεγέθους τους, για να γίνουν τα σωματίδια του σκυροδέματος μικρότερα, ώστε το CO2 να μπορεί να διαχέεται καλύτερα. Αυτό είναι ακριβό και απαιτεί ενέργεια.

Επειδή η ποσότητα CO2 που θα μπορούσε να απορροφηθεί από το θρυμματισμένο σκυρόδεμα είναι αβέβαιη, αυτή η εναλλακτική δεν περιλαμβάνεται ακόμη στους καταλόγους εκπομπών της Σύμβασης Πλαίσιο των Ηνωμένων Εθνών για την Κλιματική Αλλαγή. Ωστόσο η κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου το εξετάζει, σε συνεργασία με την Mineral Products Association στο Λονδίνο, και το Global Carbon Project έχει αρχίσει να το συμπεριλαμβάνει στους ετήσιους προϋπολογισμούς άνθρακα. Συνιστάται προσοχή ώστε να αποφευχθεί η αποτροπή κινήτρων δέσμευσης και αποθήκευσης άνθρακα.

Ανακύκλωση χάλυβα

Ο χάλυβας μπορεί να ανακυκλωθεί αποτελεσματικά χρησιμοποιώντας μία κάμινο ηλεκτρικού τόξου. Το ένα τέταρτο της παραγωγής χάλυβα σήμερα βασίζεται σε ανακυκλωμένο σκραπ. Σε παγκόσμιο επίπεδο, η ανακυκλωμένη παραγωγή αναμένεται να διπλασιαστεί έως το 2050, μειώνοντας τις εκπομπές κατά 20 έως 25% σε σχέση με σήμερα (ανάλογα με τον τρόπο παραγωγής της ηλεκτρικής ενέργειας).

Ωστόσο, επί του παρόντος δεν είναι δυνατή η συνεχής ανακύκλωση χάλυβα. Και αυτό γιατί συσσωρεύονται κατά του κύκλους ανακύκλωσης ανεπιθύμητες ενώσεις (ιδίως χαλκός). Η συσσώρευση αυτή μπορεί να επιβραδυνθεί με καλύτερη διαλογή του σκραπ και με τον επανασχεδιασμό των προϊόντων έτσι ώστε τα χάλκινα μέρη να αφαιρούνται ευκολότερα.

Επιδότηση των ενεργειών

Οι δυνατότητες των βελτιώσεων που έχουν ήδη αναφερεθεί είναι τεράστιες, αλλά πρέπει να ξεπεραστούν κάποια οικονομικά εμπόδια εάν οι βαριές βιομηχανίες χαμηλών εκπομπών άνθρακα θέλουν να φτάσουν σε κλίμακες παραγωγής μεγατόνων ανά έτος.

Η πραγματικότητα

Μονάδες DRI που χρησιμοποιούν αποκλειστικά υδρογόνο για την παραγωγή χάλυβα και εγκαταστάσεις δέσμευσης και αποθήκευσης CO2 για τσιμέντο, υπάρχουν μόνο σε πιλοτικά έως πρώιμα εμπορικά στάδια. Η κλιμάκωση τους είναι δαπανηρή και επικίνδυνη. Τα προϊόντα χαμηλών εκπομπών άνθρακα στερούνται ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος και αγορών. Οι αναπτυσσόμενες χώρες, όπου γίνονται οι περισσότερες κατασκευές, χρειάζονται κοινή χρήση τεχνολογίας και εφαρμογή μηχανισμών για τη μείωση των οικονομικών κινδύνων.

Ένα βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση είναι μια μικρή επιδότηση στο πλαίσιο του συστήματος εμπορίας εκπομπών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ETS) για την αντικατάσταση ορυκτών καυσίμων με βιομάζα ή υδρογόνο ή για την ανάληψη πρωτοβουλιών δέσμευσης και αποθήκευσης CO2. Αυτό δεν είναι αρκετό. Οι υπό όρους, κλιμακωτές κρατικές επιδοτήσεις, παρόμοιες με τα τιμολόγια ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, οι οποίες παρέχουν κίνητρα για επενδύσεις σε τεχνολογίες αιολικής και ηλιακής ενέργειας, θα ήταν πιο αποτελεσματικές.

Η πλήρης απαλλαγή από τον άνθρακα μέσω τεχνολογιών δέσμευσης και αποθήκευσης αναμένεται να διπλασιάσει το κόστος του τσιμέντου Πόρτλαντ, το οποίο τώρα βρίσκεται περίπου στα 100 δολάρια ΗΠΑ ανά τόνο. Οι επιδοτήσεις τσιμέντου θα πρέπει να αντιστοιχούν σε αυτό. Ο χάλυβας μηδενικών εκπομπών αναμένεται να κοστίσει 20 έως 40% περισσότερο από τον τυπικό χάλυβα, που είναι συνήθως περίπου 600 $ ανά τόνο -επομένως οι επιδοτήσεις χάλυβα θα πρέπει να φτάσουν τα 240$ ανά τόνο. Για την ΕΕ, υπολογίζουμε ότι θα μπορούσε να κοστίσει έως και 200 ​​δισεκατομμύρια δολάρια σε 10 χρόνια.

Οι παραγωγοί θα πρέπει να επωμιστούν το μεγαλύτερο μέρος αυτού του κόστους. Οι χρήστες και οι κατασκευαστές θα επηρεαστούν λιγότερο. Ο απανθρακωμένος χάλυβας θα προσέθετε μόλις 0,5 έως 2% στην τιμή ενός οχήματος και έως και 15% του κόστους κατασκευής ενός κτιρίου (το οποίο από μόνο του είναι μόνο 1 έως 3% της συνολικής αξίας κατασκευής).

Είναι σαφές ότι πρέπει να τεθούν σε εφαρμογή πολιτικές για την ενθάρρυνση όλων των εναλλακτικών. Ήρθε η ώρα η παραγωγή χάλυβα και τσιμέντου να βοηθήσει, αντί να εμποδίσει, την κούρσα προς τις ουδέτερες εκπομπές άνθρακα.

Με πληροφορίες από Nature.com

ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ - ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΣΥΝΤΑΚΤΙΚΗ ΟΜΑΔΑ RAWMATHUB.GR
Podcast: Ηγεσία, οργανωσιακή συμπεριφορά και ψυχοκοινωνικοί κίνδυνοι στην εργασία
foolwo rawmathub.gr on Google News
Image

Έγκυρη ενημέρωση για την αξιακή αλυσίδα των raw materials

NEWSLETTER