ΜΥΚΟΜΠΑΡ: Τα μεταλλεία βαρίτη στη Μύκονο
Η μεταλλευτική δραστηριότητα της Μύκομπαρ σφράγισε τη ζωή της Μυκόνου από το 1955 έως το 1985. Η παραγωγή σταμάτησε λόγω εξάντλησης των οικονομικά εκμεταλλεύσιμων κοιτασμάτων το 1983 και το Μεταλλείο παραδόθηκε οριστικά στο Ελληνικό Δημόσιο στις 30 Ιουνίου 1985. Από το Μεταλλείο έγινε εξαγωγή εμπορεύσιμου προϊόντος βαρίτη της τάξεως των δύο εκατομμυρίων τόνων στα 30 χρόνια λειτουργίας του.
Στη Μύκονο, οι πρώτες μεταλλευτικές δραστηριότητες παρουσιάζονται κατά την περίοδο 1900 έως 1915 περίπου για εξόρυξη αργυρούχου μολύβδου, χαλκού και σιδήρου, αρχικά από την Ιταλική Εταιρεία Σπυρίδωνος Δεσπόζιτου & Λουδοβίκου Δεπιάν (ίδρυση 1898), και στη συνέχεια από τη Γαλλική Εταιρεία των Μεταλλείων του Λαυρίου (εκμίσθωση 1908). Μισό σχεδόν αιώνα αργότερα, το 1954, ιδρύθηκε η Ανώνυμος Μεταλλευτική Εταιρεία Μυκόνου Α.Ε. (αφοί Άλκιμος & Πάνος Γράτσος, Γ. Ψαχαρόπουλος, Γ. Σιώτης), η οποία το 1955 εκμίσθωσε το ιδιόκτητο Μεταλλείο Βαρίτη της Μυκόνου για μια 30ετία στην Magnet Cove Barium Corporation (Magcobar) με έδρα το Houston Texas, η οποία με τη σειρά της ανέθεσε την εκμετάλλευση του στη Μύκομπαρ, Μεταλλευτική Εταιρεία Α.Ε.
Η περιοχή της μεταλλειοκτησίας στο βορειοανατολικό άκρο του νησιού περιλάμβανε 3 κύριες φλέβες μεταλλεύματος Βαρίτη (BaSO4.H2O) από τα δυτικά προς τ’ ανατολικά, που πήραν τα ονόματα: Νο 1, Νο, 2 και Νο 3. Η πιο πλούσια φλέβα ήταν η Νο 2, με καλής ποιότητας μετάλλευμα και σημαντικό απόθεμα. Εδώ εφαρμόστηκε, για πρώτη φορά στην Ελλάδα, η μέθοδος εκμετάλλευσης των «Συμπτυσσομένων Μετώπων».
Στην περιοχή Αλωνάκι -που αργότερα επικράτησε η ονομασία Μεταλλεία ή Αγία Βαρβάρα- έγιναν οι εγκαταστάσεις Πλυντηρίου του μεταλλείου, τα Γραφεία, ο πρώτος Οικισμός και η διάνοιξη της οδού μεταφοράς του βαρίτη, μήκους 6 χιλιομέτρων περίπου, μέχρι την περιοχή Λούλος. Στη θέση Λούλος εγκαταστάθηκε Σκάλα Φόρτωσης, απ’ όπου με σκάφη τύπου Liberty μεταφερόταν ο βαρίτης -αρχικά σε μορφή χύμα- στις εγκαταστάσεις της Magcobar στη Νέα Ορλεάνη της Αμερικής για τελική επεξεργασία και διάθεση του στο εμπόριο για τις γεωτρήσεις πετρελαίου. Από το 1961 λειτούργησε στην ίδια περιοχή Τριβείο βαρίτη και μπεντονίτη.
Ο μπεντονίτης ερχόταν με καΐκια από τα ορυχεία της Μύκομπαρ στη Μήλο. Το τελικό προϊόν μπορούσε τώρα να διατεθεί στην αγορά και ενσακισμένο σε σάκους των 25 κιλών με μικρότερα πλοία. Η Μύκομπαρ απασχολούσε μέχρι και 300 άτομα στην ακμή της. Αρχικά, το εργατικό προσωπικό επιφανείας και υπογείων έργων ήταν Μυκονιάτες, καθώς και Μυκονιάτισσες στη χειροδιαλογή. Αρκετοί ειδικευμένοι μεταλλωρύχοι είχαν κληθεί από διάφορες μεταλλευτικές περιοχές της Ελλάδας (Εύβοια, Χαλκιδική, Θεσσαλία, Λήμνο, Σέριφο, Μήλο, Φολέγανδρο, κ.ά.).
Η παραγωγή σταμάτησε το 1983 λόγω εξάντλησης των οικονομικά εκμεταλλεύσιμων κοιτασμάτων. Η μίσθωση έληξε οριστικά στις 30 Ιουνίου 1985 και το Μεταλλείο παραδόθηκε από τη Μύκομπαρ στο Ελληνικό Δημόσιο. Υπολογίζεται ότι από το Μεταλλείο αυτό έγινε εξαγωγή εμπορεύσιμου προϊόντος βαρίτη της τάξεως των δύο εκατομμυρίων τόνων στα 30 χρόνια λειτουργίας του.