Ο Ναός του Ηφαίστου, συχνά αποκαλούμενος -λανθασμένα- ως «Θησείο», είναι ένας από τους πλέον διατηρημένους αρχαίους ναούς στην Ελλάδα και ο καλύτερα σωζόμενος ναός δωρικού ρυθμού στον Ελλαδικό χώρο. Ο Ναός ήταν αφιερωμένος στο θεό Ήφαιστο και στην Εργάνη Αθηνά. Βρίσκεται στην περιοχή του Θησείου, που πήρε το όνομα του λόγω της παλιάς, σήμερα αναθεωρημένης απόδοσης του ναού στο Θησέα. Ο Ναός του Ηφαίστου αποτελεί τμήμα του αρχαιολογικού χώρου της Αρχαίας Αγοράς και είναι προσβάσιμος στο κοινό.
Ο Ναός είναι χτισμένος πάνω στο λόφο του Αγοραίου Κολωνού, στο δυτικό μέρος της Αρχαίας Αγοράς, κατά διεύθυνση Ανατολή - Δύση με είσοδο από την Ανατολή. Είναι δωρικού ρυθμού, περίπτερος, εξάστυλος ναός, κτισμένος ίσως από τον αρχιτέκτονα Ικτίνο. Έχει 13 κίονες σε κάθε πλευρά μήκους και 6 (συναριθμούμενοι) κατά πλάτος.
Τα υλικά δόμησης ποικίλλουν: η κατώτερη βαθμίδα της κρηπίδας είναι στρωμένη με πλάκες από πωρόλιθο, ενώ οι δύο ανώτερες βαθμίδες και η ανωδομή ήταν από πεντελικό μάρμαρο. Ο γλυπτός διάκοσμος αντίθετα, καθώς και ορισμένα τμήματα της οροφής, ήταν από παριανό μάρμαρο.
Κατά την αρχαιότητα στο εσωτερικό του ναού υπήρχαν χάλκινα αγάλματα του Ηφαίστου και της Αθηνάς κατασκευασμένα από τον Αλκαμένη (421 - 415 π.Χ.). Ο ναός έφερε πλούσιο γλυπτικό διάκοσμο με μετόπες στην ανατολική πλευρά και στις ανατολικές γωνίες της βόρειας και της νότιας πλευράς, ιωνική ζωφόρο πάνω από την περίσταση στον πρόναο και αετώματα που σώζονται σε κακή κατάσταση. Επέζησε των επιδρομών των Ερούλων και των Γότθων και μετατράπηκε σε χριστιανική εκκλησία, χρήση την οποία διατήρησε έως το 1833. Το χρονικό διάστημα κατά το οποίο έγινε η μετατροπή του αρχαίου ναού σε χριστιανικό, ίσως κατά τον 7ο αιώνα, δεν έχει επιβεβαιωθεί. Πάντως το 1690 αναφέρεται επίσημα ως χριστιανικός ναός της Αθήνας μέχρι και το 1834, αφιερωμένος στον Άγιο Γεώργιο. Από τότε λειτούργησε ως μουσείο, ενώ μετά το 1950 ερευνήθηκε ανασκαφικά το εσωτερικό του.