Σημαντικό ρόλο στη βελτίωση της ασφάλειας ενεργειακού εφοδιασμού της χώρας και της ευρύτερης περιοχής της ΝΑ Ευρώπης προβλέπεται να παίξει η νέα μονάδα ηλεκτροπαραγωγής με καύσιμο φυσικό αέριο στην Αλεξανδρούπολη, η οποία βρίσκεται σε φάση έναρξης υλοποίησης.
Η νέα μονάδα, ισχύος 840 MW, θα κατασκευαστεί σε στρατηγικό σημείο (στη βιομηχανική περιοχή Αλεξανδρούπολης), σε περιοχή δηλαδή που διασταυρώνονται υποδομές εφοδιασμού με φυσικό αέριο αλλά και δίκτυα διεθνών ηλεκτρικών διασυνδέσεων μέσω των οποίων θα μπορεί να εξάγεται ηλεκτρική ενέργεια προς τη Βουλγαρία, τη Β. Μακεδονία, τη Σερβία κ.α.
Σημειώνεται ότι η μονάδα θα συνδεθεί στο Κέντρο Υπερυψηλής Τάσης του ΑΔΜΗΕ στη Νέα Σάντα, όπου καταλήγει και η δεύτερη γραμμή διασύνδεσης με τη Βουλγαρία (Νέα Σάντα - Maritsa East), έργο ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος που θα αυξήσει τη μεταφορική ικανότητα στο σύνορο των δύο χωρών σε 1400MW για την κατεύθυνση από την Ελλάδα προς τη Βουλγαρία και σε 1700MW για την κατεύθυνση από τη Βουλγαρία προς την Ελλάδα.
Υπενθυμίζεται ότι στα τέλη Δεκεμβρίου υπεγράφη συμφωνία με την οποία η ΔΕΗ και η ΔΕΠΑ Εμπορίας εξαγόρασαν από τον όμιλο Κοπελούζου το 51% και 29% αντίστοιχα της εταιρείας «Ηλεκτροπαραγωγή Αλεξανδρούπολης» που αναπτύσσει τη μονάδα ενώ η Damco Energy του Ομίλου Κοπελούζου διατηρεί το 20% των μετοχών.
Η κατασκευή της νέας μονάδας θα ξεκινήσει το πρώτο τρίμηνο του 2023 και αναμένεται να είναι έτοιμη στο τέλος του 2025. Όπως επεσήμανε κατά την τελετή υπογραφής της συμφωνίας ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της ΔΕΗ, (που είναι ο πλειοψηφών μέτοχος), Γιώργος Στάσσης, «η μονάδα ηλεκτροπαραγωγής της Αλεξανδρούπολης εντάσσεται απόλυτα στη στρατηγική μας συμβάλλοντας παράλληλα στην ενεργειακή ασφάλεια της χώρας, αλλά και την περαιτέρω εδραίωση της θέσης της ως καθοριστικού ενεργειακού εταίρου στην ευρύτερη περιοχή των δυτικών Βαλκανίων».
Σύμφωνα με τα στοιχεία που έχουν γίνει γνωστά, η μονάδα θα έχει συντελεστή απόδοσης 63%, γεγονός που θα της δίνει τη δυνατότητα να έχει χαμηλότερο κόστος και κατανάλωση καυσίμου, καθώς και μικρότερες εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα. Συγκεκριμένα η λειτουργία της μονάδας αναμένεται ότι θα μειώσει τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα του συστήματος ηλεκτροπαραγωγής κατά 15% και την κατανάλωση καυσίμου αντίστοιχα κατά 23%.