Οι τεχνολογίες χαμηλών εκπομπών άνθρακα βασίζονται σε μεγάλο βαθμό σε ορυκτές πρώτες ύλες, γεγονός που δημιουργεί αυξανόμενη πίεση στον εξορυκτικό τομέα και τον καθιστά πιο επιρρεπή στη διαφθορά, ειδικά σε ζητήματα που σχετίζονται με τη χορήγηση νέων αδειών εξόρυξης.
Τα ορυκτά αποτελούν κρίσιμο στοιχείο για μια οικονομία χαμηλών εκπομπών άνθρακα. Αλλά η ραγδαία αύξηση των απαιτούμενων εξορυκτικών έργων μπορεί να προκαλέσει ζητήματα διαφθοράς που δυνητικά βλάπτουν τις τοπικές κοινότητες και το περιβάλλον. Οι κυβερνήσεις, ο ιδιωτικός τομέας και άλλοι ενδιαφερόμενοι πρέπει να δράσουν άμεσα για να διασφαλίσουν ότι η καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής δε θα έχει παράπλευρες απώλειες.
Η τελευταία έκθεση του IPCC καταδεικνύει την αποτυχία της παγκόσμιας κοινότητας να ενεργήσει αποφασιστικά για να αποφευχθούν οι καταστροφικές συνέπειες της κλιματικής αλλαγής. Για να διατηρήσουμε την προοπτική επίτευξης των στόχων της Συμφωνίας του Παρισιού, υπάρχει επείγουσα ανάγκη να κλιμακωθεί η ανάπτυξη ενεργειακών τεχνολογιών χαμηλών εκπομπών άνθρακα σε όλο τον κόσμο. Οι τεχνολογίες αυτές βασίζονται σε μεγάλο βαθμό στα ορυκτά.
Σύμφωνα με το Διεθνή Οργανισμό Ενέργειας, ένα τυπικό ηλεκτρικό αυτοκίνητο απαιτεί έξι φορές περισσότερες ορυκτές πρώτες ύλες από ένα συμβατικό αυτοκίνητο, ενώ ένα υπεράκτιο αιολικό πάρκο απαιτεί δεκατρείς φορές περισσότερες ορυκτές πρώτες ύλες από ένα εργοστάσιο φυσικού αερίου για την παραγωγή ενέργειας, παρόμοιου μεγέθους.
Κατά συνέπεια, η ζήτηση για τα ορυκτά που απαιτούνται για την ενεργειακή μετάβαση αναμένεται να αυξηθεί σημαντικά τις επόμενες δεκαετίες, έως και 900% για ορισμένα ορυκτά, σύμφωνα με πρόσφατη έκθεση του οργανισμού Extractive Industries Transparency Initiative (EITI) και του Sustainable Minerals Institute. Αν και αυτή η ανάπτυξη θα είναι γενικά άνισα κατανεμημένη και πιθανά απρόβλεπτη, το μήνυμα είναι σαφές: η καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής εξαρτάται από αξιόπιστες και βιώσιμες προμήθειες ορυκτών πρώτων υλών.
Μια ραγδαία αύξηση των εξορυκτικών έργων θα μπορούσε να οδηγήσει σε αύξηση της διαφθοράς
Ενώ η αύξηση των επενδύσεων για εξορυκτικές εκμεταλλεύσεις παρουσιάζει οικονομικές ευκαιρίες για τις πλούσιες σε ορυκτά χώρες μέσω φόρων, θέσεων εργασίας και νέων υποδομών, η εμπειρία του κλάδου έχει προσφέρει σημαντική γνώση που δεν πρέπει να αγνοηθεί.
Η έκθεση του EITI καταγράφει τον μεγάλο αριθμό προκλήσεων στον τομέα της εταιρικής διακυβέρνησης που θα μπορούσαν να προκύψουν από την αύξηση των εξορυκτικών έργων και οι οποίες κυμαίνονται από περιβαλλοντικές επιπτώσεις, κοινωνικές συγκρούσεις και συμφωνίες με οσμή διαφθοράς μέχρι αναταράξεις στα επίπεδα των τιμών και στις παγκόσμιες αλυσίδες εφοδιασμού.
Η διαφθορά βλάπτει τις τοπικές κοινότητες και το περιβάλλον
Ένας βασικός κίνδυνος σχετίζεται με την εκχώρηση δικαιωμάτων εξόρυξης. Καθώς οι εξορυκτικές επιχειρήσεις προσπαθούν να βρουν νέες αποθέσεις ορυκτών και να αναπτύξουν νέες εκμεταλλεύσεις, οι κυβερνήσεις σε πολλές χώρες θα λάβουν ένα μεγάλο όγκο αιτήσεων αδειοδότησης αυτών των εκμεταλλεύσεων. Με το διακύβευμα σε τόσο υψηλά επίπεδα, οι εταιρείες μπορεί να μπουν στον πειρασμό να προσφέρουν ανταλλάγματα για να επιταχύνουν τις εγκρίσεις των αδειών.
Συγχρόνως, οι κατά τόπους οικονομικές ελίτ μπορεί να επιδιώξουν να επωφεληθούν, ασκώντας πίεση στους αξιωματούχους να αμβλύνουν τις απαιτήσεις σχετικά με την καταγραφή των πραγματικών περιβαλλοντικών και κοινωνικών επιπτώσεων και τη δέουσα επιμέλεια των σχεδιαζόμενων επενδύσεων, γενικότερα.
Πολλές χώρες προσπαθούν να επιταχύνουν τις αδειοδοτήσεις για να αξιοποιήσουν την αυξανόμενη ζήτηση και να αποτρέψουν τις ελλείψεις σε αναγκαία ορυκτά. Ο νέος νόμος περί κρίσιμων πρώτων υλών της ΕΕ, για παράδειγμα, επιδιώκει να εξορθολογίσει τις εθνικές διαδικασίες αδειοδότησης. Ωστόσο, οι προσπάθειες βελτιστοποίησης των διαδικασιών αδειοδότησης θα πρέπει να εξασφαλίζουν αυστηρούς ελέγχους της δέουσας επιμέλειας, των εκτιμήσεων περιβαλλοντικών επιπτώσεων και των ουσιαστικών διαβουλεύσεων με τις τοπικές κοινότητες. Επιπλέον, θα πρέπει να υπάρχουν καταλληλες δικλείδες ασφαλείας ως αναπόσπαστο μέρος των διαδικασιών αξιολόγησης και έγκρισης έργων.
Η διαφθορά στην απονομή δικαιωμάτων εξόρυξης αυξάνει τον κίνδυνο αρνητικών επιπτώσεων στις τοπικές κοινότητες και το περιβάλλον. Σχεδόν το 80% των εκμεταλλεύσεων που αφορούν σε ορυκτά απαραίτητα στην ενεργειακή μετάβαση σε χώρες που υλοποιούν το πρότυπο EITI, βρίσκονται σε εδάφη ιθαγενών, ενώ περίπου το 50% επικαλύπτονται με περιοχές περιβαλλοντικής σημασίας. Με τα πιθανά κέρδη να είναι σημαντικά, οι εξορυκτικές δραστηριότητες είναι λογικό να επεκταθούν σε πιο ευαίσθητες περιβαλλοντικά και κοινωνικά περιοχές, και κατά συνέπεια, η ανάγκη για ισχυρές δικλείδες ασφαλείας στη διαδικασία αδειοδότησης είναι πιο πιεστική από ποτέ.
Η διαφθορά είναι κακή για το επιχειρείν
Οι επιχειρήσεις έχουν πολλά να χάσουν αν δεν λάβουν σοβαρά υπόψιν τους κινδύνους που επιφέρει μια κουλτούρα διαφθοράς. Η διαφθορά υπονομεύει το επενδυτικό κλίμα και αυξάνει το κόστος της επιχειρηματικής δραστηριότητας. Όταν η διαφθορά σημαίνει ότι οι ανησυχίες των ενδιαφερομένων παραμερίζονται, γίνεται δυσκολότερο για τις εξορυκτικές επιχειρήσεις να διατηρήσουν την «κοινωνική αποδοχή», η οποία, με τη σειρά της, μπορεί να επιφέρει κινδύνους όσον αφορά στη λειτουργία των εκμεταλλεύσεων, στη φήμη των εταιρειών και στις νομικές επιπτώσεις που πιθανώς να αντιμετωπίσουν.
Για τις εταιρείες στο κατώτερο μέρος της αλυσίδας αξίας, όπως για παράδειγμα, αυτές που κατασκευάζουν ηλιακούς συλλέκτες, ανεμογεννήτριες και ηλεκτρικά οχήματα, η διαφθορά κατά μήκος της αλυσίδας αξίας αυξάνει τον κίνδυνο διακοπής του εφοδιασμού, γεγονός που μπορεί να είναι ιδιαίτερα αρνητικό από επιχειρηματικής άποψης.
Δειτε ακομη
Χωρίς υπεύθυνη εξόρυξη δε θα υπάρξει ομαλή ενεργειακή μετάβαση
Ο εξορυκτικός τομέας θα διαδραματίσει κρίσιμο ρόλο όσον αφορά στην προμήθεια των ορυκτών που απαιτούνται για την κλιμάκωση των τεχνολογιών χαμηλών εκπομπών άνθρακα. Αυτές οι τεχνολογίες είναι απαραίτητες για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής και για τη βελτίωση της βιώσιμης πρόσβασης στην ενέργεια για τους φτωχότερους πληθυσμούς, παγκοσμίως.
Η ικανότητα του εξορυκτικού κλάδου να ανταποκριθεί σε αυτήν την πρόκληση, εξαρτάται από την ενίσχυση της διαδικασιών διακυβέρνησης σε όλη την αλυσίδα αξίας της εξόρυξης. Ένα κρίσιμο στοιχείο προς αυτή την κατεύθυνση είναι η λήψη αποφασιστικών μέτρων για τη διαφθορά. Μια ομάδα εμπειρογνωμόνων κατά της διαφθοράς που συγκλήθηκε από το Natural Resource Governance Institute, τον ΟΟΣΑ και το EITI, προτρέπει τις κυβερνήσεις, τις εταιρείες, τους επενδυτές, τους διεθνείς οργανισμούς και άλλα εμπλεκόμενα μέρη να εφαρμόσουν μέτρα για την πρόληψη της διαφθοράς στις αλυσίδες εφοδιασμού των ορυκτών που είναι απαραίτητα για την ενεργειακή μετάβαση.
Τα μέτρα αυτά περιλαμβάνουν εντατικοποίηση των προσπαθειών για τον εντοπισμό και τον μετριασμό των κινδύνων διαφθοράς, την ενίσχυση των περιβαλλοντικών και κοινωνικών διασφαλίσεων και την προώθηση της διαφάνειας στις συμβάσεις, τις πληρωμές φόρων, τις συναλλαγές βασικών εμπορευμάτων και το ιδιοκτησιακό καθεστώς των εταιρειών.
Τα εργαλεία για να γίνει αυτό υπάρχουν. Σχεδόν εξήντα χώρες, για παράδειγμα, εφαρμόζουν το πρότυπο EITI, ένα μηχανισμό υποβολής εκθέσεων που ενισχύει τη διαφάνεια και το διάλογο μεταξύ των διαφόρων ενδιαφερομένων κατά μήκος της αλυσίδας αξίας της εξόρυξης.
Ο τομέας των ορυκτών μπορεί να υποστηρίξει τη βιώσιμη ανάπτυξη και τη δίκαιη ενεργειακή μετάβαση, αλλά αυτό θα συμβεί μόνο εάν ο ιδιωτικός τομέας, οι κυβερνήσεις και οι λοιποί εμπλεκόμενοι είναι πρόθυμοι να λάβουν σοβαρά υπόψη τη διαφθορά και να την καταπολεμήσουν. Απαιτείται συλλογική δράση τώρα για να διασφαλιστεί ότι η διαχείριση της καταπολέμησης της κλιματικής αλλαγής γίνεται με ανοιχτό, χωρίς αποκλεισμούς και υπεύθυνο τρόπο που λειτουργεί θετικά για τους ανθρώπους και τον πλανήτη.
Με πληροφορίες από weforum.org