Στις 17 Δεκεμβρίου 2024, μία κίνηση προκάλεσε σοκ στον κόσμο της τεχνολογίας: η κυβέρνηση της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό, η οποία ελέγχει ένα από τα μεγαλύτερα αποθέματα κρίσιμων ορυκτών πρώτων υλών στον κόσμο, ζωτικής σημασίας για την παραγωγή ηλεκτρονικών συσκευών υψηλής τεχνολογίας, κατέθεσε μήνυση κατά της Apple.
Η κυβέρνηση στην Κινσάσα κατηγορεί τον αμερικανικό τεχνολογικό γίγαντα ότι προμηθεύεται παράνομα ορυκτά από τα ανατολικά της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό (ΛΔΚ) και τα διακινεί λαθραία μέσω της Ρουάντα, με τη βοήθεια της ομάδας ανταρτών M23.
Η πρωτοβουλία έχει συγκεντρώσει ισχυρή υποστήριξη από τον λαό του Κονγκό, ο οποίος συχνά καταδικάζει την εκμετάλλευση του ορυκτού πλούτου του από μεσάζοντες που έχουν δεσμούς με γειτονικές χώρες.
Ο Mugisha (ψευδώνυμο για λόγους ασφαλείας που σχετίζονται με την κατάληψη της Γκόμα από την ομάδα ανταρτών M23), μέλος της οργάνωσης του Κονγκό Société Civile, η οποία συγκεντρώνει διάφορες τοπικές ομάδες, απηχεί αυτό το συναίσθημα. «Επί χρόνια, τα ορυκτά του Κονγκό εξάγονταν παράνομα σε όλο τον κόσμο μέσω της γειτονικής Ρουάντα. Αυτό δεν ωφελεί κανέναν παρά τις ένοπλες ομάδες που επωφελούνται από το χάος στην περιοχή. Ο λαός του Κονγκό αντιμετωπίζει διπλή ζημιά: πρώτον, ο πλούτος του λεηλατείται, στερώντας από τη χώρα τους πόρους που χρειάζεται για να αναπτυχθεί. Δεύτερον, τα κέρδη από το παράνομο εμπόριο ορυκτών τροφοδοτούν τον συνεχιζόμενο πόλεμο. Όλοι το γνωρίζουν αυτό, ειδικά οι εταιρείες τεχνολογίας που βασίζονται σε αυτές τις ορυκτές πρώτες ύλες για τις δραστηριότητες τους, σε τέτοιο βαθμό ώστε να κλείνουν τα μάτια τους στο παράνομο εμπόριο».
Ωστόσο, ο ενθουσιασμός που πυροδότησε η ανακοίνωση της αγωγής μετριάστηκε γρήγορα από την αδράνεια της διεθνούς κοινότητας. Παρά την παρουσία μιας μεγάλης ειρηνευτικής δύναμης του ΟΗΕ, της MONUSCO, που αναπτύχθηκε από το 2010 - η οποία αντικατέστησε τη MONUC, που δραστηριοποιούνταν στην περιοχή στο παρελθόν από το 1999 - οι συγκρούσεις στην ανατολική ΛΔΚ διαρκούν για σχεδόν 30 χρόνια. Ενώ έχουν δοθεί πολλές υποσχέσεις για τον τερματισμό του πολέμου και την ανάσχεση της παράνομης εκμετάλλευσης των φυσικών πόρων, ελάχιστα έχουν επιτευχθεί, ενισχύοντας την αυξανόμενη δυσπιστία προς τις προσπάθειες της παγκόσμιας κοινότητας.
Η θέσπιση της πρωτοβουλίας ITSCI (International Tin Supply Chain Initiative) ως διαδικασία πιστοποίησης το 2010, είχε σκοπό να βοηθήσει να σταματήσει αυτό που πολλοί περιγράφουν ως λεηλασία της περιοχής, μέσω της στενής παρακολούθησης των εφοδιαστικών αλυσίδων. «Ωστόσο, έκτοτε έγινε σαφές ότι αυτή η διαδικασία πιστοποίησης συχνά παρακάμπτεται και δεν κάνει πολλά για να αντιμετωπίσει το ζήτημα», εξηγεί ο Mugisha. Μια λεπτομερής έρευνα από την ΜΚΟ Global Witness αναφέρεται στην πρωτοβουλία ITSCI ως «πλυντήριο», κατηγορώντας την ως τόσο χαλαρή, που διευκολύνει ουσιαστικά το εκτεταμένο ξέπλυμα παράνομα εξορυγμένων ορυκτών.
Οι αντάρτες της ομάδας M23 ελέγχουν τμήματα βασικών περιοχών παραγωγής, συμπεριλαμβανομένων των ορυχείων Rubaya στη ΛΔΚ, τα οποία διαθέτουν κολτάν, βολφράμιο και κασσίτερο. Σε συνδυασμό με την διαφθορά στη χώρα - κατέχει την 162η θέση στο δείκτη διαφθοράς της Διεθνούς Διαφάνειας - αυτό δημιουργεί ένα περιβάλλον όπου η αποτελεσματική εποπτεία είναι ουσιαστικά αδύνατη.
Η ιχνηλασιμότητα αποτελεί κύρια πρόκληση
Οι αυξανόμενες υποψίες ότι ορισμένες χώρες επιδιώκουν να ελέγξουν τα ορυκτά του Κονγκό έχουν τροφοδοτήσει την απογοήτευση από τη διεθνή κοινότητα. «Τον Φεβρουάριο του 2024, η ΕΕ υπέγραψε ένα μνημόνιο κατανόησης με τη Ρουάντα για την ανάπτυξη βιώσιμων αξιακών αλυσίδων ορυκτών πρώτων υλών. Η συμφωνία έχει σχεδιαστεί για να διευκολύνει τις εξαγωγές ορυκτών μέσω της Ρουάντα, παρά το γεγονός ότι η χώρα παράγει πολύ λίγα ορυκτά στα εδάφη της, με τα περισσότερα από αυτά τα ορυκτά να εξορύσσονται στο γειτονικό Κονγκό», λέει ο Alexis Muhima του OSCMP.
«Αυτή η αγωγή είναι ένα μήνυμα προς τη διεθνή κοινότητα και όλες τις πολυεθνικές εταιρείες. Είναι καιρός να καταλάβουν ότι δεν μπορούν πλέον να λεηλατήσουν τον πλούτο της ΛΔΚ ατιμώρητα», λέει ο Muhima, ο οποίος προτρέπει τις εταιρείες τεχνολογίας να υιοθετήσουν επιχειρηματικές πρακτικές που σέβονται τα ανθρώπινα δικαιώματα.
Ενώ οι αρχές του Κονγκό χρησιμοποιούν την αγωγή για να εστιάσουν τη διεθνή προσοχή στο ζήτημα των συγκρούσεων με αφορμή τις ορυκτές πρώτες ύλες, Κονγκολέζοι ερευνητές και ακτιβιστές τονίζουν τη σημασία της δημιουργίας καθαρών και βιώσιμων αλυσίδων αξίας, ένα κρίσιμο βήμα για να διασφαλιστεί ότι η εξόρυξη των ορυκτών πόρων του Κονγκό ωφελεί πραγματικά τους ανθρώπους του.
«Με αυτή τη αγωγή, η Κινσάσα επιχειρεί να ασκήσει πίεση στη Ρουάντα, σε μια εποχή που οι σχέσεις με το Κιγκάλι βρίσκονται σε ιστορικά χαμηλά. Αλλά η πραγματική πρόκληση έγκειται στη δημιουργία αλυσίδων αξίας απαλλαγμένων από ορυκτά που προέρχονται από ορυχεία που δε συμμορφώνονται με τα εθνικά και διεθνή πρότυπα», λέει ο Josaphat Musamba, ερευνητής και μέλος της Ομάδας Μελέτης Conflict and Human Security, μιας ερευνητικής μονάδας στο Πανεπιστήμιο Kivu Research Center. «Αυτό απαιτεί αυξημένη ιχνηλασιμότητα και υπάρχει ακόμη πολλή δουλειά να γίνει σε αυτό το μέτωπο στο εσωτερικό», προσθέτει.
Η ΛΔΚ έχει εφαρμόσει σύστημα ελέγχου των εξορυκτικών δραστηριοτήτων για να καθορίσει εάν τα ορυχεία μπορούν να πουλήσουν τα προϊόντα τους με βάση τη συμμόρφωση με τους καθιερωμένους κανονισμούς. «Ωστόσο, επί του παρόντος, βλέπουμε ότι τα νόμιμα εξαγόμενα ορυκτά του Κονγκό, προέρχονται από μη πιστοποιημένες τοποθεσίες. Η βελτίωση της ιχνηλασιμότητας είναι απαραίτητη, αλλά είναι σημαντικό να μην υποθέσουμε ότι το πρόβλημα πηγάζει αποκλειστικά από τις πολιτικές της Ρουάντα. Αυτή η αγωγή από μόνη της δε θα τα διορθώσει όλα».
Στη διεθνή σκηνή, οι πολυεθνικές αντιμετωπίζουν κριτική για την έλλειψη διαφάνειας, η οποία είναι απαραίτητη για τη διασφάλιση της ιχνηλασιμότητας των ορυκτών. Αφού η ΛΔΚ κατέθεσε αγωγές στο Παρίσι και τις Βρυξέλλες κατά των γαλλικών και βελγικών θυγατρικών της Apple για «υπόθαλψη εγκληματιών πολέμου, ξέπλυμα χρήματος και εξαπάτηση των καταναλωτών», η εταιρεία ανακοίνωσε ότι «δε θα προμηθεύεται πλέον ορυκτά από τη ΛΔΚ και τη Ρουάντα».
Η Apple παρέμεινε ασαφής σχετικά με τις ιδιαιτερότητες αυτής της απόφασης, χωρίς να προσφέρει λεπτομέρειες για το πότε ελήφθη ή τι την οδήγησε σε αυτή και αρνήθηκε να σχολιάσει περαιτέρω. Ωστόσο, η εταιρεία χρησιμοποιεί αυτήν την ανακοίνωση για να αρνηθεί τους ισχυρισμούς περί χρήσης ορυκτών που οδηγούν σε τοπικές συγκρούσεις. Η ένταση των συγκρούσεων, η οποία εντάθηκε τις τελευταίες εβδομάδες, οδήγησε στην κατάληψη της πρωτεύουσας της επαρχίας, Γκόμα, μετά από βίαιες συγκρούσεις στο κέντρο της πόλης. Ο απολογισμός των νεκρών ανήλθε σε περίπου 3.000, με χιλιάδες άλλους να έχουν τραυματιστεί.
Ωστόσο, η προσπάθεια της Apple να διαβεβαιώσει το κοινό ότι δεν προμηθεύεται ορυκτά από τις συγκεκριμένες περιοχές, απέτυχε να πείσει τους οργανισμούς του Κονγκό, οι οποίοι υποστηρίζουν τη δημιουργία βιώσιμων αλυσίδων αξίας.
«Οι πολυεθνικές πρέπει να είναι πιο διαφανείς με τους καταναλωτές», επιμένει ο Mugisha. «Οι συσκευές που πωλούνται θα πρέπει να αναφέρουν σαφώς από πού προέρχονται οι πρώτες ύλες, προσδιορίζοντας τον τόπο κατασκευής και τις πηγές των ορυκτών που χρησιμοποιούνται. Αυτό θα έδινε στους καταναλωτές μια ενημερωμένη επιλογή πριν από την αγορά και θα επέτρεπε στους μετόχους να κατανοήσουν από πού προέρχονται πραγματικά τα κέρδη τους. Φυσικά, αυτό απαιτεί ένα αξιόπιστο σύστημα πιστοποίησης. Οι προσπάθειες για τη θέσπιση αυτού του συστήματος πρέπει να ενταθούν σε περιφερειακό επίπεδο, να εμπλακούν οι γειτονικές χώρες και να διασφαλιστεί πραγματική, επιτόπια εποπτεία».
Θετικά οφέλη για τις τοπικές κοινωνίες
Στους καταπράσινους λόφους του Νότιου Κίβου, που έχουν σημαδευτεί από λασπώδεις τοποθεσίες εξόρυξης κολτάν, βολφραμίου και κασσίτερου, η ανακοίνωση της αγωγής της Κινσάσα και η πιθανή επίδραση της εγείρει σημαντικά ερωτήματα.
«Η εξόρυξη είναι μια κρίσιμη πηγή εισοδήματος που συντηρεί την πλειοψηφία του πληθυσμού. Τουλάχιστον το 60% των ανθρώπων εδώ και το 80% των νέων βασίζονται στην εξόρυξη για τα προς το ζην. Είναι αυτό που μας δίνει τη δυνατότητα να στηρίξουμε τις οικογένειες μας και να στείλουμε τα παιδιά μας στο σχολείο», εξηγεί ο John, ο διευθυντής διοίκησης και οικονομικών σε ορυχείο στο Νότιο Κίβου (ο John προτιμά επίσης να χρησιμοποιεί ψευδώνυμο, καθώς αυτή τη στιγμή βρίσκεται υπό διωγμό λόγω των ανταρτών της ομάδας M23. Όπως και αυτός, πολλοί από τους διαχειριστές ορυχείων της περιοχής έχουν αποχωρήσει καθώς οι αντάρτες προσπαθούν να εγκαταστήσουν μία παράλληλη διοίκηση στην περιοχή).
Δεδομένης της ζωτικής οικονομικής σημασίας που παρέχει η εξόρυξη, η έκκληση για μποϊκοτάζ του iPhone 16, η οποία ξεκίνησε τον Σεπτέμβριο 2024 από οργανώσεις της διασποράς του Κονγκό για να τονίσει τον υποτιθέμενο ρόλο της Apple στη χρήση αμφιλεγόμενης προέλευσης ορυκτών πρώτων υλών, έχει προκαλέσει ανησυχίες σε ορισμένους ενδιαφερόμενους σε τοπικό επίπεδο. «Αυτά τα ορυκτά παρέχουν τα προς το ζην στην κοινότητα μας, στα χωριά μας, στις οικογένειες μας. Αν όλοι αρνηθούν ξαφνικά να αγοράσουν ό,τι προέρχεται από το Κονγκό, θα βρεθούμε σε δύσκολη θέση», προειδοποιεί ο Roger Rugwiza, ένας βιοτέχνης μεταλλωρύχος και υπεύθυνος δέουσας επιμέλειας στην Cooperama, έναν μεταλλευτικό συνεταιρισμό στη Ρουμπάγια, στο Βόρειο Κίβου.
Η προειδοποίηση του υπογραμμίζει το δίλημμα που αντιμετωπίζει ο συνεταιρισμός, παγιδευμένος μεταξύ της ανάγκης βελτίωσης των συνθηκών εργασίας και των εισοδημάτων και της ανάγκης προστασίας αυτού που συντηρεί τις οικογένειες τους, όσο ανεπαρκές κι αν είναι.
«Πέρα από τη αγωγή κατά των θυγατρικών της Apple, το πραγματικό ζήτημα είναι ο θετικός αντίκτυπος που μπορεί να έχει η εξόρυξη στις τοπικές κοινωνίες», λέει ο Musamba. «Το κλειδί σε αυτό είναι η ανάπτυξη μιας τοπικής βιομηχανίας επεξεργασίας ορυκτών. Τα επεξεργασμένα ορυκτά έχουν υψηλότερη τιμή από τα ακατέργαστα και δημιουργούν θέσεις εργασίας στην κοινότητα».
Ο Mugisha είναι ένας ισχυρός υποστηρικτής αυτής της προσέγγισης. «Η δημιουργία βιώσιμων αλυσίδων αξίας, απαλλαγμένων από ορυκτά που προέρχονται από ζώνες συγκρούσεων, είναι το πρώτο βήμα προς τη διασφάλιση ότι η χώρα μας θα λάβει μεγαλύτερο μερίδιο του παραγόμενου πλούτου και θα μειώσει την εξάρτηση της από τα πενιχρά κέρδη από τα ακατέργαστα ορυκτά. Αυτό απαιτεί την ανάπτυξη μιας βιομηχανίας, ικανής να επεξεργάζεται ακατέργαστα ορυκτά σε τοπικό επίπεδο. Μόνο τότε μπορούμε να δημιουργήσουμε τα απαραίτητα κεφάλαια για να διασφαλίσουμε την ασφάλεια, να χτίσουμε σχολεία, να αναπτύξουμε υποδομές μεταφορών και να επιτύχουμε όλα όσα χρειαζόμαστε για ένα αξιοπρεπές βιοτικό επίπεδο».
Η γειτονική Κένυα, αν και λιγότερο πλούσια σε ορυκτά, ανακοίνωσε τον Οκτώβριο 2024 ότι σχεδιάζει να περιορίσει προσωρινά τις εξαγωγές πολλών ακατέργαστων ορυκτών πόρων, προκειμένου να προωθήσει την τοπική μεταποίηση. Ο στόχος είναι να αυξηθούν τα έσοδα του εξορυκτικού τομέα από 1 σε 10% του ΑΕΠ έως το 2030. Ωστόσο, ο Musamba προειδοποιεί: «Η δημιουργία περισσότερων εισοδημάτων είναι ένα σημαντικό πρώτο βήμα. Αλλά παραμένω πολύ προσεκτικός, καθώς πρέπει να διασφαλίσουμε ότι αυτά τα χρήματα ωφελούν τους εργαζόμενους και τις κοινότητες, αντί να γεμίζουν απλώς τις τσέπες της άρχουσας τάξης».
Η θετική απόκριση στην αγωγή που υπέβαλε η ΛΔΚ, φαίνεται να προέρχεται κυρίως από την επιθυμία να διασφαλιστεί ότι η εκμετάλλευση των φυσικών πόρων ωφελεί ευρύτερα τις τοπικές κοινωνίες. Παγιδευμένες μεταξύ ελπίδας και σκεπτικισμού, οι αντιδράσεις αντικατοπτρίζουν μια ανανεωμένη αποφασιστικότητα της χώρας να πάρει τον έλεγχο του φυσικού της πλούτου.
Με πληροφορίες από equaltimes.org