Μια πρόσφατη μελέτη που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό ZooKeys αναφέρει ότι η επέκταση των παράνομων δραστηριοτήτων εξόρυξης χρυσού και χαλκού σε επιφανειακές εκμεταλλεύσεις στις ζούγκλες του Ισημερινού, της Κολομβίας και του Παναμά αποδεκατίζει τους πληθυσμούς πέντε ειδών φιδιών που κατοικούν σε δέντρα και τα οποία έχουν πρόσφατα εντοπιστεί.
Σύμφωνα με τη μελέτη, τα τροπικά φίδια που τρώνε σαλιγκάρια (γενή Sibon και Dipsas) έχουν έναν μοναδικό τρόπο ζωής που τα καθιστά ιδιαίτερα ευάλωτα στις επιπτώσεις της εξόρυξης χρυσού και χαλκού. Πρώτον, είναι δενδρόβια, επομένως δεν μπορούν να επιβιώσουν σε περιοχές χωρίς βλάστηση, όπως τα ορυχεία ανοιχτού λάκκου. Δεύτερον, τρέφονται αποκλειστικά με γυμνοσάλιαγκες και σαλιγκάρια, είδη θηράματος με μαλακό σώμα που εμφανίζονται κυρίως κατά μήκος των ρεμάτων και των ποταμών και των οποίων οι πληθυσμοί πιθανώς μειώνεται λόγω της ρύπανσης των υδάτινων σωμάτων.
«Όταν εξερεύνησα για πρώτη φορά το τροπικό δάσος του ποταμού Nangaritza (στον Ισημερινό) το 2014, θυμάμαι ότι σκέφτηκα ότι το μέρος ήταν ένας ανεξερεύνητος παράδεισος», ανέφερε ο Alejandro Arteaga, επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης, σε δήλωση του σε μέσα ενημέρωσης. «Στην πραγματικότητα όμως, η περιοχή που ονομάζεται Nuevo Paraíso στα ισπανικά, δεν είναι πια παράδεισος. Εκατοντάδες παράνομοι χρυσωρύχοι που χρησιμοποιούν μηχανήματα εκσκαφής και φορτωτές έχουν πλέον καταλάβει τις άκρες του ποταμού, οι οποίες έχουν υποστεί αλλοίωση και μερική καταστροφή».
Σύμφωνα με τον Arteaga, η παρουσία μιας προστατευόμενης περιοχής μπορεί να μην είναι αρκετή για να κρατήσει ασφαλή τα φίδια που τρώνε σαλιγκάρια. Στο νοτιοανατολικό Εκουαδόρ, παράνομοι χρυσωρύχοι βρίσκονται κοντά στο Maycu Reserve, αγνοώντας τα δικαιώματα των ιδιοκτητών της γης και απειλώντας, σε κάποιες περιπτώσεις, όσους αντιτίθεται στην εξόρυξη χρυσού.
Ο ερευνητής ανέφερε ότι ακόμη και οι δασοφύλακες και οι οικογένειές τους μπαίνουν στον πειρασμό να εγκαταλείψουν τη δουλειά τους για να εργαστούν στην παράνομη εξόρυξη, καθώς μπορούν να κερδίσουν τον μισθό ενός έτους σε λίγες μόνο εβδομάδες εξορύσσοντας χρυσό από τον ποταμό Nangaritza.
Εξετάζοντας την κατάσταση στον Παναμά, ο Arteaga επεσήμανε ότι η μεγάλης κλίμακας εξόρυξη χαλκού επηρεάζει τον βιότοπο που κατοικούν δύο από τα νέα είδη: Sibon irmelindicaprioae και Sibon canopy. Ωστόσο, σε αντίθεση με τους παράνομους χρυσωρύχους στον Ισημερινό και την Κολομβία, στον Παναμά η εξόρυξη χαλκού πραγματοποιείται νόμιμα από τη Minera Panamá.
«Τόσο τα νόμιμα όσο και τα παράνομα ορυχεία ανοιχτού λάκκου δεν είναι περιοχές που μπορούν να ζήσουν τα φίδια που τρώνε σαλιγκάρια. Ωστόσο, τα νόμιμα ορυχεία μπορεί να έχουν τη μικρότερη επίδραση στους πληθυσμούς των φιδιών γιατί σέβονται τα όρια των παρακείμενων προστατευόμενων περιοχών, αναφέρονται σε κάποια ανώτερη ρυθμιστική αρχή και είναι λιγότερο πιθανό να προκληθούν εντάσεις ή να δεχτούν απειλές ομάδες ερευνητών ή οικολόγων», είπε ο Arteaga.
Το είδος Sibon canopy, ένα από τα είδη που περιγράφηκαν πρόσφατα, φαίνεται να έχει αρκετά σταθερούς πληθυσμούς εντός προστατευόμενων περιοχών του Παναμά, αν και αλλού σχεδόν το 40% του οικοτόπου του έχει καταστραφεί. Στο Parque Nacional Omar Torrijos, όπου βρίσκεται, έχει μειωθεί ο αριθμός των φυλάκων της περιοχής. Αυτό διευκολύνει τους υλοτόμους και τους λαθροθήρες να φτάσουν σε παρθένα ενδιαιτήματα που είναι απαραίτητα για την επιβίωση των φιδιών.
Ο Arteaga είπε ότι η έλλειψη απασχόλησης και η υψηλή τιμή του χρυσού επιδεινώνουν την κατάσταση καθώς καμία νόμιμη δραστηριότητα δεν μπορεί να ανταγωνιστεί την παράνομη εξόρυξη. «Όλο και πιο συχνά, αγρότες, φύλακες και ιθαγενείς στρέφονται σε παράνομες δραστηριότητες για να εξασφαλίσουν τον βιοπορισμό τους, ιδιαίτερα σε καταστάσεις κρίσης όπως η πανδημία του Covid-19, όταν η χρηματοδότηση των ΜΚΟ ήταν στο χαμηλότερο επίπεδο», είπε.
«Αυτά τα νέα είδη φιδιών είναι μόνο η κορυφή του παγόβουνου όσον αφορά τις ανακαλύψεις νέων ειδών σε αυτήν την περιοχή, αλλά εάν η παράνομη εξόρυξη συνεχιστεί με αυτόν τον ρυθμό, μπορεί να μην υπάρχει ευκαιρία να γίνουν μελλοντικές ανακαλύψεις».
Με πληροφορίες από www.mining.com