Η Νορβηγία έθεσε σε παύση τα σχέδια εξόρυξης βαθέων υδάτων (deep sea mining), εμπορικής κλίμακας, στα χωρικά της ύδατα, καθώς αντιμετώπισε μια σειρά σφοδρών αντιδράσεων από φορείς και περιβαλλοντικούς οργανισμούς.
Το Όσλο σχεδίαζε να εκκινήσει τη διαδικασία προκήρυξης υποβολής αίτησης για εξόρυξη βαθέων υδάτων σε μία έκταση 280.000 τετραγωνικών χιλιομέτρων εντός των χωρικών της υδάτων της χώρας, με σκοπό την ανάκτηση σημαντικών μετάλλων για τεχνολογίες ενεργειακής μετάβασης. Είναι χαρακτηριστικό ότι το μέγεθος της εν λόγω περιοχής είναι μεγαλύτερο από το μέγεθος του Ηνωμένου Βασιλείου.
Η σχετική διαδικασία εμποδίστηκε όταν το Σοσιαλιστικό Αριστερό Κόμμα της χώρας δήλωσε ότι δε θα υποστηρίξει τον προϋπολογισμό της κυβέρνησης εάν δεν αναστείλει τον πρώτο γύρο αδειοδότησης, ο οποίος είχε οριστεί για το 2025.
Οι περιβαλλοντικοί επιστήμονες είχαν προειδοποιήσει ότι τα σχέδια εξόρυξης πρώτων υλών από το βυθό της θάλασσας θα μπορούσαν να είναι καταστροφικά για τη θαλάσσια ζωή. Στα σχέδια αυτά αντιτάχθηκαν ακόμη 32 χώρες, συμπεριλαμβανομένης της Γαλλίας, του Καναδά, της Βραζιλίας και της Γερμανίας.
Ο πρωθυπουργός Jonas Gahr Stoer χαρακτήρισε το συμβάν ως απλή «αναβολή» και είπε ότι οι προπαρασκευαστικές εργασίες για το κανονιστικό πλαίσιο και τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις θα συνεχιστούν.
Ο Haldis Tjeldflaat Helle της Greenpeace Νορβηγίας είπε ότι η αναστολή ήταν «μια τεράστια νίκη». «Ήταν πραγματικά ντροπιαστικό να παρακολουθούμε τη Νορβηγία να τοποθετείται ως παγκόσμιος ηγέτης στην προστασία των ωκεανών, ενώ σχεδιάζει να δώσει πράσινο φως στην καταστροφή του θαλάσσιου οικοσυστήματος στα δικά της χωρικά ύδατα».
Το υπουργείο Ενέργειας της χώρας δεν έχει προβεί ακόμη σε δηλώσεις.
Η Νορβηγία έγινε η πρώτη χώρα στον κόσμο που προχώρησε τη διαδικασία αδειοδότησης έργων εξόρυξης βαθέων υδάτων σε εμπορική κλίμακα, όταν ενέκρινε το σχετικό νομοσχέδιο τον περασμένο Ιανουάριο.
Ο πυθμένας των ωκεανών φιλοξενεί πρώτες ύλες όπως το λίθιο, το σκάνδιο και το κοβάλτιο, οι οποίες είναι κρίσιμες για τις πράσινες τεχνολογίες. Αν και οι συγκεκριμένες πρώτες ύλες είναι διαθέσιμες στην ξηρά, συγκεντρώνονται σε μικρό αριθμό χωρών, αυξάνοντας τον κίνδυνο για διατάραξη των επιπέδων προσφοράς.
Το Όσλο είπε ότι δεν ήθελε να συνεχίσει να βασίζεται στην Κίνα για αυτές τις πρώτες ύλες, τονίζοντας ότι θα αρχίσει να εκδίδει άδειες μόνο όταν πραγματοποιηθεί περαιτέρω περιβαλλοντική έρευνα.
Η κίνηση έφερε τη Νορβηγία σε αντίθεση με την ΕΕ και το Ηνωμένο Βασίλειο, οι οποίοι ζήτησαν την προσωρινή απαγόρευση του σχεδίου αδειοδότησης λόγω ανησυχιών για την πιθανή περιβαλλοντική επίπτωση.
Περισσότεροι από 100 βουλευτές της ΕΕ κάλεσαν το Όσλο να αλλάξει το σχεδιασμό του, επικαλούμενοι τον κίνδυνο «για τη θαλάσσια βιοποικιλότητα και την επιτάχυνση της κλιματικής αλλαγής».
Το Institute of Marine Research της Νορβηγίας επέκρινε την έρευνα της κυβέρνησης σχετικά με τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις της εξόρυξης βαθέων υδάτων, λέγοντας ότι απαιτούνται τουλάχιστον πέντε έως δέκα χρόνια επιπλέον ερευνών.
Το νορβηγικό παράρτημα του Παγκόσμιου Ταμείου για τη Φύση (WWF) προχώρησε το προηγούμενο διάστημα σε νομικές ενέργειες εναντίον των σχεδίων της νορβηγικής κυβέρνησης.
Τουλάχιστον τρεις νορβηγικές startup που ασχολούνται με την εξόρυξη βαθέων υδάτων, είχαν δηλώσει ότι θα υποβάλουν σχετικές αιτήσεις στον πρώτο γύρο αδειοδότησης.
Μετά τις πρόσφατες εξελίξεις, μία από τις νεοφυείς επιχειρήσεις - η Green Minerals - δήλωσε ότι αναμένει καθυστέρηση έως και ενός έτους μετά την αναστολή των σχεδίων αδειοδότησης.
Με πληροφορίες από bbc.com