Με απόφαση του υπουργείου Υποδομών και Μεταφορών καθορίζονται οι προδιαγραφές, σύμφωνα με τα ευρωπαϊκά εναρμονισμένα πρότυπα, που υποχρεωτικά πρέπει να καλύπτουν οκτώ βασικές κατηγορίες αδρανών υλικών, τα οποία προορίζονται για χρήση στα δημόσια έργα στην Ελλάδα.
Η απόφαση που υπογράφει ο υπουργός Υποδομών και Μεταφορών Κώστας Καραμανλής εκδόθηκε σύμφωνα με τη νομοθεσία για τις δημόσιες συμβάσεις και μετά από σύμφωνη τεχνική γνώμη του Συμβουλίου Δημοσίων Έργων (Τμήμα Κατασκευών Β’) και αφορά στα ακόλουθα υλικά:
- Αδρανή για σκυρόδεμα
- Αδρανή ασφαλτομιγμάτων και επιφανειακών επιστρώσεων οδών, αεροδρομίων και άλλων περιοχών κυκλοφορίας οχημάτων
- Ελαφρά αδρανή – Μέρος 1: Ελαφρά αδρανή για σκυροδέματα, κονιάματα και ενέματα
- Ελαφρά αδρανή – Μέρος 2: Ελαφρά αδρανή ασφαλτομιγμάτων, επιφανειακών επιστρώσεων και εφαρμογών με σταθεροποιημένα ή μη σταθεροποιημένα υλικά
- Αδρανή κονιαμάτων
- Αδρανή υλικών σταθεροποιημένων με υδραυλικές κονίες ή μη σταθεροποιημένων για χρήση στα τεχνικά έργα και την οδοποιία
- Φυσικοί ογκόλιθοι – Μέρος 1: Προδιαγραφή
- Αδρανή για έρμα σιδηροδρομικών γραμμών
Η απόφαση αναφέρει ότι «σύμφωνα με την παρ. 8 του άρθρου 54, του ν. 4412/2016, ειδικά για τις συμβάσεις έργων, με απόφαση του Υπουργού Υποδομών και Μεταφορών μπορούν να εγκρίνονται προδιαγραφές και κανονισμοί που αναφέρονται στον τρόπο κατασκευής των έργων και στην ποιότητα, στον τρόπο σύνθεσης και επεξεργασίας, στη χρήση και στον έλεγχο των υλικών κατασκευής των έργων. Με την απόφαση αυτή μπορεί να ορίζεται αν οι θεσπιζόμενες προδιαγραφές είναι υποχρεωτικές σε κάθε περίπτωση ή ισχύουν προαιρετικά ή ισχύουν ως ελάχιστα όρια».
Επισημαίνει επίσης ότι: «τα αδρανή υλικά που χρησιμοποιούνται στα δομικά έργα αποτελούν προϊόντα υψηλών απαιτήσεων ασφαλείας» και αναλυτικά προβλέπει ότι τα αδρανή υλικά τα οποία προορίζονται για χρήση στα δημόσια έργα στην Ελλάδα, θα πρέπει να πληρούν υποχρεωτικά:
α) Είτε τις απαιτήσεις των παρακάτω ευρωπαϊκών εναρμονισμένων πρότυπων, τα οποία εμπίπτουν στο πλαίσιο εφαρμογής των διατάξεων του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 305/2011:
- EN 12620:2002+A1:2008 (ΕΛΟΤ EN 12620+A1: 2008) «Αδρανή για σκυρόδεμα»
- EN 13043:2002+AC:2004 (ΕΛΟΤ EN 13043:2002 που συμπεριλαμβάνει AC:2004) «Αδρανή ασφαλτομιγμάτων και επιφανειακών επιστρώσεων οδών, αεροδρομίων και άλλων περιοχών κυκλοφορίας οχημάτων»
- EN 13055-1:2002+AC:2004 (ΕΛΟΤ EN 13055-1:2002 που συμπεριλαμβάνει AC:2004) «Ελαφρά αδρανή – Μέρος 1: Ελαφρά αδρανή για σκυροδέματα, κονιάματα και ενέματα»
- EN 13055-2:2004 (ΕΛΟΤ EN 13055-2:2004) «Ελαφρά αδρανή – Μέρος 2: Ελαφρά αδρανή ασφαλτομιγμάτων, επιφανειακών επιστρώσεων και εφαρμογών με σταθεροποιημένα ή μη σταθεροποιημένα υλικά»
- EN 13139:2002+AC:2004 (ΕΛΟΤ EN 13139:2002 που συμπεριλαμβάνει AC:2004) «Αδρανή κονιαμάτων»
- EN 13242:2002+A1:2007 (ΕΛΟΤ EN 13242:2002+ A1:2008) «Αδρανή υλικών σταθεροποιημένων με υδραυλικές κονίες ή μη σταθεροποιημένων για χρήση στα τεχνικά έργα και την οδοποιία»
- EN 13383-1:2002+AC:2004 (ΕΛΟΤ EN 13383-1:2002 που συμπεριλαμβάνει AC:2004) «Φυσικοί ογκόλιθοι – Μέρος 1: Προδιαγραφή»
- EN 13450:2002+AC:2004 (ΕΛΟΤ EN 13450:2003 που συμπεριλαμβάνει AC:2004) «Αδρανή για έρμα σιδηροδρομικών γραμμών»
β) Ή τις απαιτήσεις Ευρωπαϊκού Εγγράφου Αξιολόγησης σύμφωνα με το άρθρο 2, παρ. 12 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 305/2011. Το σύστημα αξιολόγησης και επαλήθευσης της σταθερότητας της επίδοσης για τους διάφορους τύπους αδρανών υλικών και ανάλογα με τη χρήση για την οποία προορίζονται στα δημόσια έργα, καθορίζεται στον ακόλουθο πίνακα.
Οι απαιτήσεις των προαναφερόμενων συστημάτων 2+ και 4 καθορίζονται στο παράρτημα V του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 305/2011, όπως αντικαταστάθηκε από τον κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 568/2014 της Επιτροπής της 18ης Φεβρουαρίου 2014 για την τροποποίηση του παραρτήματος V του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 305/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά την αξιολόγηση και την επαλήθευση της σταθερότητας της επίδοσης των δομικών προϊόντων.
Η ισχύς της Υπουργικής Απόφασης 269357/1-9-2022 (ΦΕΚ Β 4823/13.09.2022) σχετικά με τα αδρανή υλικά τα οποία προορίζονται για χρήση στα δημόσια έργα αρχίζει μετά την παρέλευση τριών μηνών από την δημοσίευση της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.