Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και οι εθνικές κυβερνήσεις στην ΕΕ συμφώνησαν να ενισχύσουν την εγχώρια παραγωγή πράσινων τεχνολογιών, όπως ηλιακές μονάδες και ανεμογεννήτριες, μέσω του Net-Zero Industry Act. Ωστόσο, οι ευρωπαίοι νομοθέτες απέφυγαν να αποκλείσουν τους κινέζους κατασκευαστές από τις περισσότερες δημόσιες επιδοτήσεις.
Το Net Zero Industry Act (NZIA) αποσκοπεί στην τόνωση της εγχώριας παραγωγής πράσινων τεχνολογιών, σε ορισμένες από τις οποίες -όπως οι ηλιακές μονάδες- η Ευρώπη έχει ήδη χάσει την ηγετική της θέση από την Κίνα, ενώ σε άλλες -όπως οι ανεμογεννήτριες- φοβάται το νέο ανταγωνισμό, κυρίως από την Άπω Ανατολή.
«Οι συνθήκες είναι πλέον ώριμες για την Ευρώπη να ανακτήσει την πρωτοκαθεδρία στην παγκόσμια σκηνή των καθαρών τεχνολογιών και να οικοδομήσει έναν ανταγωνιστικό, πράσινο και δημιουργικό βιομηχανικό τομέα», δήλωσε ο φλαμανδός υπουργός Οικονομίας Jo Brouns, ο οποίος προήδρευσε των διαπραγματεύσεων εκ μέρους της βελγικής προεδρίας του Συμβουλίου.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ήθελε να περιορίσει το νόμο σε οκτώ βασικές τεχνολογίες, για ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, αποθήκευση ενέργειας, ηλεκτρικά δίκτυα και για δέσμευση και αποθήκευσης άνθρακα (CCS). Ωστόσο, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ήθελαν να συμπεριληφθεί ένα ευρύτερο σύνολο τεχνολογιών. Έτσι, διεύρυναν το πεδίο εφαρμογής ώστε να συμπεριληφθεί η πυρηνική ενέργεια. «Υπάρχει μια αναφορά στην πυρηνική ενέργεια, αλλά εναπόκειται στα κράτη μέλη να αποφασίσουν σε ποιο βαθμό αυτή αποτελεί μέρος του ενεργειακού μείγματος», δήλωσε ο Christian Ehler (ΕΛΚ), επικεφαλής διαπραγματευτής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, στους δημοσιογράφους μετά την επίτευξη της συμφωνίας.
Οι περιβαλλοντολόγοι, ωστόσο, επέκριναν την ένταξη αυτή. «Η διεύρυνση του πεδίου εφαρμογής του νόμου για την καθαρή μηδενική βιομηχανία, ενώ οι δημόσιες επενδύσεις είναι περιορισμένες, κινδυνεύει να εκτρέψει τα χρήματα των φορολογουμένων σε μαγικές μελλοντικές τεχνολογικές επιδιορθώσεις και μακριά από τις διαθέσιμες και αποδεδειγμένες βασικές πράσινες τεχνολογίες που χρειαζόμαστε για να επιτύχουμε τους κλιματικούς στόχους της ΕΕ για το 2030», ανέφερε σε δήλωση της η Camille Maury, υπεύθυνη πολιτικής του WWF, σχετικά με τη συμπερίληψη τόσο της πυρηνικής ενέργειας όσο και του CCS.
Σε επίπεδο αδειοδότησης, ο Ehler υπογράμμισε τη νέα διάταξη για την ταχεία αδειοδότηση των χώρων παραγωγής καθαρών τεχνολογιών, οι οποίες «αλλάζουν δραματικά τη φύση της αδειοδότησης στην Ευρώπη». Η προθεσμία για την έκδοση άδειας κατασκευής ή επέκτασης για ένα έργο άνω του 1GW ή μη μετρήσιμο σε GW είναι 18 μήνες. Το ανώτατο όριο είναι 12 μήνες για μικρότερα έργα. Επιπλέον, εισήχθη η έννοια των κοιλάδων «επιτάχυνσης» της επίτευξης καθαρών μηδενικών εκπομπών, δηλαδή ειδικών περιοχών για την επιτάχυνση των βιομηχανικών δραστηριοτήτων με καθαρές μηδενικές εκπομπές, ιδίως για την επιτάχυνση της υλοποίησης τεχνολογικών κατασκευαστικών έργων καθαρών εκπομπών συμπεριλαμβανομένων στρατηγικών έργων ή ομάδων έργων καθαρών εκπομπών ή/και για τη δοκιμή καινοτόμων τεχνολογιών μηδενικών εκπομπών.
Αξίζει ωστόσο να αναφεριεί ότι το σημείο αναφοράς όλων των δράσεων, δηλαδή ο μη δεσμευτικός στόχος να παράγεται το 40% των καθαρών τεχνολογιών που χρησιμοποιούνται στην ΕΕ έως το 2030 εγχώρια, διατηρήθηκε αμετάβλητος και η επίτευξη του στόχου θα είναι κυρίως στα χέρια των κρατών μελών, τα οποία πρέπει να αλλάξουν τα εθνικά προγράμματα επιδοτήσεων και δημόσιων συμβάσεων σύμφωνα με το νέο νόμο.
Ενώ η στήριξη για μεγάλα έργα ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, όπως αιολικά ή ηλιακά πάρκα, συνήθως χορηγείται σε δημοπρασίες όπου ο χαμηλότερος πλειοδότης κερδίζει την επιδότηση, κάθε δημοπρασία θα πρέπει, στο μέλλον, να περιλαμβάνει και άλλα κριτήρια εκτός από την τιμή. Αυτό καθιστά δεσμευτική μια διάταξη, η οποία μέχρι σήμερα ήταν προαιρετική, καθώς οι αυστηροί κανόνες της ΕΕ για τις εθνικές επιδοτήσεις, γνωστές ως «κρατικές ενισχύσεις», επέτρεπαν ήδη έως και 30% μη τιμολογιακά κριτήρια στις δημοπρασίες ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Τέτοια κριτήρια μπορεί να είναι «η περιβαλλοντική βιωσιμότητα, η συμβολή στην καινοτομία ή η ενσωμάτωση των ενεργειακών συστημάτων», ανακοίνωσε το Συμβούλιο.
Σύμφωνα με εμπειρογνώμονες του κλάδου, τα εν λόγω κριτήρια θα μπορούσαν να σχεδιαστούν έτσι ώστε οι Ευρωπαίοι κατασκευαστές να έχουν πλεονέκτημα έναντι των ξένων. Η συμπερίληψη κριτηρίων σχετικά με την «αειφορία, ειδικότερα, φαίνεται να έχει νόημα για την προώθηση της εγχώριας ευρωπαϊκής παραγωγής τεχνολογιών ενεργειακής μετάβασης», είχε συστήσει ο γερμανικός οργανισμός ενέργειας dena σε έκθεση του σχετικά με τον τρόπο προώθησης των πράσινων βιομηχανιών, προσθέτοντας ότι «οι τοπικοί κατασκευαστές εξακολουθούν να έχουν προβάδισμα έναντι των διεθνών ανταγωνιστών».
Με πληροφορίες από euractiv.com