Το σχέδιο της ΕΕ να υποχρεώσει τις εταιρείες να εποπτεύουν τις αλυσίδες αξίας τους σε σχέση με τα ανθρώπινα δικαιώματα και τα περιβαλλοντικά πρότυπα, έτυχε σφοδρών αντιδράσεων από τους περισσότερους βιομηχανικούς κλάδους. Ωστόσο, για τη βιομηχανία εξόρυξης, η νέα οδηγία για τη δέουσα επιμέλεια θα μπορούσε να αποδειχθεί ανταγωνιστικό πλεονέκτημα.
Η πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σχετικά με την εταιρική δέουσα επιμέλεια σκοπεύει να καταστήσει τις ευρωπαϊκές εταιρείες με περισσότερους από 500 υπαλλήλους και ετήσιο κύκλο εργασιών 150 εκατομμυρίων ευρώ, υπεύθυνες για την παρακολούθηση, την πρόληψη και τον μετριασμό των επιπτώσεων στα ανθρώπινα δικαιώματα και τα περιβαλλοντικά πρότυπα κατά μήκος της αξιακής τους αλυσίδας. Καθώς η εξόρυξη θεωρείται κλάδος κινδύνου, το όριο είναι ακόμη χαμηλότερο, στους 250 εργαζομένους και 40 εκατ. ευρώ τζίρο.
Παρά τις ανησυχίες των περισσοτέρων παραγόντων του κλάδου, το μεγαλύτερο μέρος του εξορυκτικού τομέα της Ευρώπης ενστερνίστηκε σιωπηλά την επερχόμενη νομοθεσία. Η Norge Mining για παράδειγμα έσπευσε να ανακοινώσει ότι θεωρεί την ίδια «πρωτοπόρο» όσον αφορά την εταιρική βιωσιμότητα.
Παρόμοια στάση κράτησε και η Ευρωπαϊκή Ένωση Άνθρακα και Γραφίτη (European Carbon and Graphite Association, ECGA). «Η ECGA θεωρεί ότι η υπεύθυνη και ηθική προμήθεια άνθρακα και γραφίτη αποτελεί, δικαίως, ουσιαστικό μέρος της πολιτικής της ΕΕ, η οποία θα πρέπει να εφαρμοστεί, αλλά όχι μόνο για τα πρωτογενή υλικά αλλά και για τα προϊόντα που προκύπτουν από αυτά», δήλωσε η Corina Hebestreit, Γενική Γραμματέας της ECGA.
Ενώ η ECGA τονίζει επίσης ότι «θα πρέπει να αποφεύγονται οι υπερβολικές επιβαρύνσεις για τις εταιρείες», αντιμετωπίζει θετικά την οδηγία σε σύγκριση με άλλες ενώσεις που εκπροσωπούν κλάδους που βρίσκονται σε επόμενα στάδια της αξιακής αλυσίδας. Για παράδειγμα, η Mechanical Engineering Association (VDMA) χαρακτήρισε πρόσφατα την τρέχουσα μορφή της οδηγίας ως «απειλή για την ευρωπαϊκή ανταγωνιστικότητα». Η VDMA κάλεσε μάλιστα τη γερμανική κυβέρνηση «να αποτρέψει την έγκριση των σχεδίων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, στη μορφή που είναι σήμερα, από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο».
Ανταγωνιστικό πλεονέκτημα
Ενώ η οδηγία για τη δέουσα επιμέλεια παρουσιάζεται από τις περισσότερες βιομηχανίες ως πρόσθετο βάρος, στην πραγματικότητα θα μπορούσε να είναι μέσο ενίσχυσης της διεθνούς ανταγωνιστικότητας του τομέα εξόρυξης.
«Για τη βιομηχανία εξόρυξης, η οδηγία για τη δέουσα επιμέλεια θα μπορούσε να αποδειχθεί ανταγωνιστικό πλεονέκτημα στο μέλλον», δήλωσε ο André Wolf, επικεφαλής του τμήματος Τεχνολογίας, Υποδομών και Βιομηχανικής Ανάπτυξης στο Centre for European Policy. Καθώς η εξόρυξη βρίσκεται στην αρχή της αλυσίδας εφοδιασμού, οι ευρωπαϊκές εταιρείες εξόρυξης επιβαρύνονται πολύ λιγότερο από τις υποχρεώσεις παρακολούθησης με βάση την οδηγία για τη δέουσα επιμέλεια.
Ενώ οι ευρωπαϊκές εταιρείες είναι ήδη υποχρεωμένες να τηρούν υψηλά περιβαλλοντικά πρότυπα και πρότυπα ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ο νόμος περί δέουσας επιμέλειας θα πίεζε τους ανταγωνιστές τους σε τρίτες χώρες να κάνουν το ίδιο, δίνοντας έτσι στις ευρωπαϊκές εταιρείες εξόρυξης σχετικό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα.
Η θετική άποψη για τους νέους κανόνες δέουσας επιμέλειας υπάρχει και σε άλλους παραγωγούς πρωτογενών προϊόντων που δεν περιλαμβάνονται στον εξορυκτικό τομέα. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η παραγωγή συνθετικού γραφίτη, βασικού συστατικού των μπαταριών ηλεκτρικών οχημάτων, ο οποίος παράγεται μέσω μιας διαδικασίας υψηλής θερμοκρασίας.
«Στόχος μας είναι να έχουμε αλυσίδες εφοδιασμού όσο το δυνατόν πιο τοπικές στην Ευρώπη. Οπότε θα έλεγα ότι δεν έχουμε θέμα σχετικά με την οδηγία για τη δέουσα επιμέλεια, αλλά ακριβώς το αντίθετο», δήλωσε ο γενικός διευθυντής της εταιρείας παραγωγής γραφίτη Vianode, Stian Madshus. «Βλέπουμε τα ευρωπαϊκά επιχειρηματικά πρότυπα ως ανταγωνιστικό πλεονέκτημα», πρόσθεσε.
Ένα τίμημα για τη βιωσιμότητα
Η βιωσιμότητα της εξόρυξης στην Ευρώπη είναι, επί του παρόντος, πιο κοστοβόρα σε σχέση με πολλούς από τους διεθνείς ανταγωνιστές της, οι οποίοι συχνά παραβιάζουν τα ανθρώπινα δικαιώματα και τα περιβαλλοντικά πρότυπα.
«Ο εξορυκτικός τομέας ελπίζει ότι η βιομηχανία θα είναι θετική στο να επιβαρυνθεί το πρόσθετο κόστος για βιώσιμες πρώτες ύλες, καθώς η βιώσιμη εξόρυξη προσθέτει περισσότερο κόστος στην παραγωγή με τη μορφή υψηλότερου κεφαλαίου που σχετίζεται με τα απόβλητα και την επεξεργασία του νερού σε σύγκριση με την επεξεργασία αποβλήτων σε πολλά άλλα μέρη στον κόσμο», δήλωσε ο Rasmus Blomqvist, διευθύνων σύμβουλος της Grafintec, της φινλανδικής θυγατρικής της Beowulf Mining.
Σύμφωνα με τον Wolf, η οδηγία δέουσας επιμέλειας θα μπορούσε να βοηθήσει σε αυτό το θέμα. Μακροπρόθεσμα, θα μπορούσαν να υπάρξουν ακόμη και θετικά αποτελέσματα όσον αφορά την επέκταση της εξορυκτικής ικανότητας της ΕΕ, που είναι ένας από τους κύριους στόχους του επερχόμενου Νόμου περί κρίσιμων πρώτων υλών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (Critical Raw Materials Act).
«Η επέκταση της εγχώριας παραγωγής πρώτων υλών θα μπορούσε να ενταθεί έμμεσα μέσω μιας τέτοιας αύξησης του κόστους των διεθνών αλυσίδων εφοδιασμού», δήλωσε ο Wolf. «Αυτό μπορεί επίσης να ήταν ένα από τα απώτερα κίνητρα της Επιτροπής να πιέσει για την εφαρμογή της οδηγίας για τη δέουσα επιμέλεια», πρόσθεσε.
Ωστόσο, μένει να δούμε εάν η οδηγία για τη δέουσα επιμέλεια, η οποία θα εισέλθει στο τελικό στάδιο των διαπραγματεύσεων τον Μάιο, μετά την έγκριση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, θα οδηγήσει πραγματικά σε υψηλότερα διεθνή πρότυπα. «Η ιδανική περίπτωση θα ήταν η συμμόρφωση με τα πρότυπα να γίνει επίσης πραγματικό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα σε παγκόσμιο επίπεδο κάποια στιγμή», παρατήρησε ο Wolf.
Με πληροφορίες από euractiv.com