Για να ενισχύσει την αυτονομία της ΕΕ σε κρίσιμες πρώτες ύλες στρατηγικής σημασίας, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επιδιώκει να εισαγάγει συγεκριμένους στόχους για την εξόρυξη, την ανακύκλωση και την επεξεργασία κρίσιμων πρώτων ύλων έως το 2030.
Σύμφωνα με διαρροές, το προσχέδιο του Critical Raw Materials Act, το οποίο θα παρουσιαστεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή στις 14 Μαρτίου 2023, εισάγει στόχους για την αυτάρκεια της Ευρώπης σε ολόκληρη την αλυσίδα αξίας.
Ο κανονισμός στοχεύει στη «μείωση των αυξανόμενων κινδύνων εφοδιασμού της Ένωσης […] ενισχύοντας τις ικανότητες της Ένωσης σε όλα τα στάδια της στρατηγικής αλυσίδας αξίας πρώτων υλών, συμπεριλαμβανομένης της εξόρυξης, της επεξεργασίας και της ανακύκλωσης», αναφέρει το έγγραφο. Σύμφωνα με το έγγραφο που διέρρευσε, «το 10% της κατανάλωσης στρατηγικών πρώτων υλών της Ένωσης» θα πρέπει να εξορύσσεται στην ΕΕ.
Επιπλέον, το 15% της ετήσιας κατανάλωσης της Ένωσης για κάθε κρίσιμη πρώτη ύλη θα πρέπει να προέρχεται από την ανακύκλωση, αναφέρει το έγγραφο. Η Επιτροπή θέλει να θέσει ακόμη υψηλότερους στόχους όσον αφορά την επεξεργασία πρώτων υλών που κρίνονται κρίσιμες. Τουλάχιστον «40% της ετήσιας κατανάλωσης κάθε στρατηγικής πρώτης ύλης από την ΕΕ, θα πρέπει να επεξεργάζεται εντός της ΕΕ».
Επί του παρόντος, η ΕΕ εξαρτάται σε πολύ μεγάλο βαθμό από την εισαγωγή πρώτων υλών που θεωρούνται κρίσιμες. Πιο συγκεκριμένα, η ΕΕ εξαρτάται 100% από ξένους προμηθευτές σε 14 από τις 27 κρίσιμες πρώτες ύλες και κατά 95% για άλλες τρεις κρίσιμες πρώτες ύλες, σύμφωνα με έκθεση του Γερμανικού Ινστιτούτου Οικονομικών Ερευνών (German Institute for Economic Research, DIW).
Καθώς οι κρίσιμες πρώτες ύλες θεωρούνται προϋπόθεση για την επιτυχία της Πράσινης και της ψηφιακής μετάβασης, η ζήτηση αναμένεται να αυξηθεί δραστικά κατά περίπου 500% έως το 2050, σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα. Τα ορυκτά σπάνιων γαιών, για παράδειγμα, δεν είναι μόνο απαραίτητο συστατικό στα smartphones ή τους υπολογιστές, αλλά και κινητήρων ηλεκτρικών αυτοκινήτων.
Διαφοροποίηση από την Κίνα
Η εξάρτηση της ΕΕ από την Κίνα, η οποία κατέχει οιονεί μονοπώλιο σε πολλές από τις κρίσιμες πρώτες ύλες, είναι μεγάλη. Η ΕΕ, για παράδειγμα, εισάγει επί του παρόντος το 93% του μαγνησίου της και το 86% των μετάλλων σπάνιων γαιών της από την Κίνα. Αυτό λαμβάνεται επίσης υπόψη στον κανονισμό. Για να αποτρέψει πιθανές ελλείψεις εφοδιασμού και να ενισχύσει την ανθεκτικότητα, η ΕΕ στοχεύει να «θέσει ένα σημείο αναφοράς ώστε να μην εξαρτάται από μία τρίτη χώρα για περισσότερο από το 70% των εισαγωγών για οποιαδήποτε στρατηγική πρώτη ύλη έως το 2030».
Οι ελλείψεις εφοδιασμού από την Κίνα έχουν οδηγήσει σε διατάραξη της ευρωπαϊκής βιομηχανίας ήδη από το 2021, όταν η Κίνα μείωσε την παραγωγή της σε διάφορες, απαραίτητες για την ΕΕ, πρώτες ύλες. Για να μειώσει αυτές τις εξαρτήσεις, ο κανονισμός περί κρίσιμων πρώτων υλών επιδιώκει να διαφοροποιήσει την ευρωπαϊκή αλυσίδα εφοδιασμού.
Για την ενίσχυση της διαφοροποίησης και την ενίσχυση της προσφοράς, η Επιτροπή σκοπεύει επίσης να εντοπίσει στρατηγικά έργα εξόρυξης κρίσιμων πρώτων υλών σε τρίτες χώρες. Για να ενισχύσει αυτά τα έργα, η Επιτροπή σκοπεύει να τα υποστηρίξει οικονομικά με μια στρατηγική πρωτοβουλία μέσω της οποίας θα διατεθούν περίπου 300 δισ. ευρώ ως αντίβαρο στην αντίστοιχη πρωτοβουλία της Κίνας Belt and Road Initiative.
Επιπλέον, οι μεγάλες εταιρείες καλούνται να ελέγξουν τις υπάρχουσες αλυσίδες εφοδιασμού τους και να αναπτύξουν στρατηγικές για να είναι καλύτερα προετοιμασμένες για πιθανές διακοπές εφοδιασμού.
Στρατηγικά έργα
Ο κανονισμός περί κρίσιμων πρώτων υλών περιλαμβάνει επίσης ειδική μεταχείριση για έργα που θεωρούνται «στρατηγικά». Αυτά τα «στρατηγικά έργα» θα προσδιοριστούν από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και το European Critical Raw Materials Board που δεν έχει ακόμη συσταθεί. Τα στρατηγικά έργα θα επωφεληθούν από μια πιο βελτιωμένη και προβλέψιμη διαδικασία αδειοδότησης, που επί του παρόντος αποτελεί ένα από τα κύρια εμπόδια για τα ευρωπαϊκά έργα εξόρυξης.
Σύμφωνα με στελέχη του κλάδου, χρειάζονται 10 χρόνια κατά μέσο όρο μέχρι να αρχίσει να λειτουργεί ένα νέο ορυχείο. Ο κανονισμός περί κρίσιμων πρώτων υλών στοχεύει στη δραστική μείωση του χρόνου αδειοδότησης. «Τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίσουν ότι η διαδικασία χορήγησης αδειών που σχετίζεται με τέτοια έργα δεν υπερβαίνει το προκαθορισμένο χρονικό όριο», αναφέρεται στο έγγραφο. «Για Στρατηγικά Έργα που περιλαμβάνουν εξόρυξη, η διάρκεια της διαδικασίας χορήγησης αδειών δε θα πρέπει αν υπερβαίνει τα δύο χρόνια, λαμβάνοντας υπόψη την πολυπλοκότητα και την έκταση των πιθανών επιπτώσεων».
Αυτά τα στρατηγικά έργα θα λάβουν επίσης πρόσθετη οικονομική στήριξη. Το σχέδιο κανονισμού αξιολογεί ότι «οι ιδιωτικές επενδύσεις από μόνες τους δεν επαρκούν» και αναφέρει ότι «η αποτελεσματική ανάπτυξη έργων κατά μήκος της αλυσίδας αξίας των κρίσιμων πρώτων υλών ενδέχεται να απαιτεί δημόσια στήριξη».
Το προσχέδιο του κανονισμού προβλέπει ότι τα κράτη μέλη θα καλύψουν το οικονομικό κενό αυτών των έργων. «Η δημόσια στήριξη μπορεί να λάβει τη μορφή κρατικής ενίσχυσης», αναφέρει το έγγραφο, προσθέτοντας ότι «η πρόσφατη αναθεώρηση των κανόνων της ΕΕ για τις κρατικές ενισχύσεις θα καταστήσει δυνατές τις δημόσιες επενδύσεις από τα κράτη μέλη».
Με πληροφορίες από EURACTIV.com