Το σχέδιο Clean Industrial Deal (CID), το οποίο προωθείται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, είναι μια τολμηρή προσπάθεια ευθυγράμμισης της ανάγκης απαλλαγής από τον άνθρακα και της ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας. Με στόχο τη μείωση των εκπομπών κατά 90% έως το 2040, το σχέδιο επικεντρώνεται στην πράσινη παραγωγή, την ενεργειακή ασφάλεια και τις κυκλικές αλυσίδες εφοδιασμού.
Το Σχέδιο αναγνωρίζει ότι για να παραμείνουν ανταγωνιστικές οι βιομηχανίες της Ευρώπης, πρέπει να είναι βιώσιμες και ανθεκτικές στις εξωτερικές πιέσεις. Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό για τις αλυσίδες εφοδιασμού, οι οποίες αντιμετωπίζουν αυξανόμενους κινδύνους λόγω της γεωπολιτικής αστάθειας, των ελλείψεων πρώτων υλών και του αυξανόμενου ενεργειακού κόστους.
Μία από τις μεγαλύτερες προκλήσεις για την ευρωπαϊκή βιομηχανία είναι το κόστος και η ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού. Πολλές βιομηχανίες - ιδιαίτερα όσες έχουν ένταση ενέργειας όπως ο χάλυβας, τα χημικά και το τσιμέντο - εξαρτώνται από τη σταθερή και οικονομικά προσιτή ενέργεια. Χωρίς αυτά, οι εφοδιαστικές αλυσίδες επιβραδύνονται, το κόστος αυξάνεται και οι επιχειρήσεις αγωνίζονται να παραμείνουν ανταγωνιστικές.
Σε αυτό το πλαίσιο, το CID εισάγει ένα σχέδιο δράσης για οικονομικά προσιτή ενέργεια (Action Plan for Affordable Energy). Στόχος του σχεδίου είναι η δημιουργία μιας ολοκληρωμένης εσωτερικής αγοράς ενέργειας στην Ευρώπη, μειώνοντας την εξάρτηση από την εισαγόμενη ενέργεια. Το σχέδιο ενθαρρύνει επίσης τον εξηλεκτρισμό και την ανάπτυξη ψηφιακών τεχνολογιών, όπως τα έξυπνα δίκτυα που βασίζονται στην τεχνητή νοημοσύνη, τα οποία μπορούν να βελτιστοποιήσουν τη διανομή ενέργειας και να μειώσουν τα απόβλητα.
Ταυτόχρονα, η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων εγκαινιάζει ένα πιλοτικό πρόγραμμα με οικονομικές εγγυήσεις 540 εκατ.δολαρίων ΗΠΑ για εταιρικές συμφωνίες αγοράς ενέργειας, διασφαλίζοντας σταθερή πρόσβαση στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας για τις επιχειρήσεις.
Η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ursula von der Leyen εξηγεί το σκεπτικό πίσω από αυτό: «Θέλουμε να κόψουμε τους δεσμούς που μας εμποδίζουν, ώστε η Ευρώπη να μην είναι μόνο μια ήπειρος βιομηχανικής καινοτομίας, αλλά μια ήπειρος βιομηχανικής παραγωγής».
Ασφάλεια πρώτων υλών και κυκλικές αλυσίδες εφοδιασμού
Η ανθεκτικότητα της εφοδιαστικής αλυσίδας αποτελεί μείζον μέλημα για τους ευρωπαίους φορείς χάραξης πολιτικής. Το σχέδιο CID στοχεύει σε ένα από τα μεγαλύτερα τρωτά σημεία: την εξάρτηση από εισαγόμενες πρώτες ύλες. Πολλές κρίσιμες εισροές, συμπεριλαμβανομένων των μετάλλων σπάνιων γαιών και του λιθίου, προέρχονται από χώρες εκτός της ΕΕ, εκθέτοντας τις ευρωπαϊκές βιομηχανίες σε αναταράξεις στον εφοδιασμό και στην αστάθεια των τιμών.
Για να αντιμετωπιστεί αυτό, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δίνει προτεραιότητα στην κυκλικότητα, ένα οικονομικό μοντέλο που προωθεί την ανακύκλωση, την επαναχρησιμοποίηση και τη μείωση των αποβλήτων.
Βασικό συστατικό αυτής της στρατηγικής είναι ο επερχόμενος νόμος περί κυκλικής οικονομίας (Circular Economy Act), ο οποίος αναμένεται το 2026. Αυτή η νομοθεσία αναμένεται να εξορθολογίσει τους κανονισμούς για το διασυνοριακό εμπόριο δευτερογενών πρώτων υλών και να εναρμονίσει τα πρότυπα ταξινόμησης αποβλήτων.
Μια άλλη πρωτοβουλία στο πλαίσιο του CID είναι η ίδρυση Κέντρου Κρίσιμων Πρώτων Υλών (Critical Raw Materials Centre). Αυτό το κέντρο θα συντονίζει κοινές προσπάθειες προμήθειας και αποθήκευσης αποθεμάτων σε όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ, μειώνοντας την έκθεση της Ευρώπης στις παγκόσμιες αναταράξεις της εφοδιαστικής αλυσίδας. Εστιάζοντας στην κυκλικότητα, το CID όχι μόνο κάνει τις ευρωπαϊκές βιομηχανίες πιο βιώσιμες αλλά και μειώνει την εξάρτηση τους από την αστάθεια των διεθνών αγορών.
Η ΕΕ στοχεύει να γίνει παγκόσμιος ηγέτης στην κυκλική παραγωγή έως το 2030, διασφαλίζοντας ότι οι βασικές πρώτες ύλες παραμένουν διαθέσιμες για την υποστήριξη της παραγωγής, χωρίς υπερβολική εξάρτηση από τις εισαγωγές.
Χρηματοδότηση της μετάβασης σε μια πράσινη εφοδιαστική αλυσίδα
Η στροφή προς πιο πράσινες αλυσίδες εφοδιασμού απαιτεί τεράστιες επενδύσεις. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εκτιμά ότι θα χρειαστούν επιπλέον 520 δισ. δολάρια ετησίως για τη χρηματοδότηση του ενεργειακού και βιομηχανικού μετασχηματισμού της Ευρώπης.
Για να διευκολυνθεί αυτό, το CID εισάγει νέους χρηματοοικονομικούς μηχανισμούς, συμπεριλαμβανομένης της Industrial Decarbonisation Bank, η οποία θα διαθέσει 108 δισ. δολάρια σε χρηματοδότηση, προερχόμενη από το Ταμείο Καινοτομίας της ΕΕ και τα έσοδα από την εμπορία των δικαιωμάτων των εκπομπών.
Επιπλέον, το πρόγραμμα InvestEU θα διερευνήσει περαιτέρω επιλογές για τη μόχλευση ιδιωτικών επενδύσεων σε έργα καθαρής τεχνολογίας και απαλλαγής από τις εκπομπές άνθρακα σε βιομηχανικό επίπεδο.
Το CID περιλαμβάνει επίσης μια μεταρρύθμιση των κανόνων για τις κρατικές ενισχύσεις, δίνοντας στις επιχειρήσεις και τις κυβερνήσεις ένα πιο προβλέψιμο πλαίσιο πενταετούς προγραμματισμού. Αυτή η κανονιστική σαφήνεια είναι ζωτικής σημασίας για τις εταιρείες που επιθυμούν να πραγματοποιήσουν μακροπρόθεσμες επενδύσεις στον μετασχηματισμό της εφοδιαστικής αλυσίδας.
Η Ursula von der Leyen υπογραμμίζει τη σημασία της σταθερότητας στις επενδυτικές αποφάσεις: «Είμαστε σε καλό δρόμο για την επίτευξη του στόχου μείωσης των εκπομπών κατά 55% έως το 2030 και αυτό μας παρέχει την προβλεψιμότητα που χρειαζόμαστε για να σχεδιάσουμε τις απαραίτητες επενδύσεις».
Βάζοντας το Clean Industrial Deal σε λειτουργία
Το CID είναι μια σημαντική αλλαγή στην ευρωπαϊκή βιομηχανική πολιτική, αναγνωρίζοντας ότι η βιωσιμότητα και η ανταγωνιστικότητα πρέπει να συμβαδίζουν.
Αντιμετωπίζοντας τις προκλήσεις της ενεργειακής προσιτότητας, της ασφάλειας των πρώτων υλών και των επενδυτικών προκλήσεων, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ελπίζει να καθιερώσει την ΕΕ ως παγκόσμιο ηγέτη στην καθαρή βιομηχανία.
Ωστόσο, η επιτυχία αυτής της πρωτοβουλίας εξαρτάται από την ταχεία εφαρμογή και την ικανότητα υπέρβασης πολιτικών και οικονομικών εμποδίων. Η μετάβαση σε μια καθαρότερη, πιο ανθεκτική εφοδιαστική αλυσίδα, δε θα είναι εύκολη, αλλά οι ηγέτες της ΕΕ παραμένουν προσηλωμένοι στην επίτευξη του συγκεκριμένου στόχου.
Με πληροφορίες από supplychaindigital.com