Περισσότερες από το 25% των χωρών-μελών της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδας, κινδυνεύουν να μην επιτύχουν βασικούς στόχους που αφορούν την πράσινη αυτοκίνηση συμπεραίνει η πανευρωπαϊκή έκθεση της RSΜ, State of Play: Sustainable Automobility in Europe, που αφορά την αξιολόγηση της μετάβασης στην πράσινη αυτοκίνηση.
Η RSM είναι το 6ο μεγαλύτερο δίκτυο Ορκωτών Ελεγκτών Λογιστών και Συμβούλων Επιχειρήσεων στον κόσμο, με 860 γραφεία σε πάνω από 120 χώρες και περισσότερα από 64.000 στελέχη.
Ειδικά στην περίπτωση της Ελλάδας, η έκθεση κάνει ιδιαίτερη μνεία στις μεταρρυθμίσεις αλλά και τη χρηματοδότηση που προσφέρει για το σκοπό αυτό το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας με δεδομένο ότι η χώρα έχει έναν από τους παλαιότερους στόλους αυτοκινήτων και φορτηγών στην Ευρώπη -μέση ηλικία 16 ετών.
Συγκεκριμένα, υπολογίζεται ότι μόνο το 0,22% όλων των οχημάτων στην Ελλάδα είναι πλήρως ηλεκτρικά ενώ περίπου ένα στα 10 νέα αυτοκίνητα που πωλήθηκαν το πρώτο πεντάμηνο του 2023 στην Ελλάδα ήταν είτε πλήρως ηλεκτρικά είτε plug-in υβριδικά. Σύμφωνα με την έρευνα, η Ελλάδα κάνει βήματα προόδου στην υιοθέτηση ηλεκτρικών οχημάτων, αν και κατατάσσεται στην 17η θέση μεταξύ 22 ευρωπαϊκών χωρών.
Ως θετικό στοιχείο αναγνωρίζεται η έναρξη του προγράμματος «Κινούμαι ηλεκτρικά» το 2020, το οποίο θα διαρκέσει έως το 2024 και αποσκοπεί στην ενίσχυση της ανάπτυξης των ηλεκτρικών οχημάτων και των υποδομών φόρτισης μέσω διαφόρων κινήτρων. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η Ελλάδα έχει σημειώσει αξιοσημείωτη αύξηση του μεριδίου αγοράς των plug-in υβριδικών ηλεκτρικών οχημάτων (PHEV), το οποίο αυξήθηκε από 0,5% το 2019 σε 2,6% το 2020.
Όπως αναφέρει η έρευνα, η επέκταση των δημόσιων υποδομών φόρτισης και η πανελλήνια κάλυψη είναι ουσιαστικής σημασίας για την αύξηση της διείσδυσης των ηλεκτρικών οχημάτων στην Ελλάδα. Η προσέγγιση αυτή αποσκοπεί στη διευκόλυνση της ευκολότερης μετακίνησης των ηλεκτρικών οχημάτων εντός και εκτός των αστικών κέντρων.
Επιπλέον, είναι ζωτικής σημασίας τα κίνητρα να λαμβάνουν υπόψη τις κοινωνικοοικονομικές ανισότητες, ώστε να διασφαλίζεται η ισότιμη πρόσβαση στα οφέλη των ηλεκτροκίνητων οχημάτων σε διάφορα τμήματα του πληθυσμού. Αυτή η διαφοροποιημένη προσέγγιση είναι απαραίτητη για την πρόληψη των ανισοτήτων και την ευθυγράμμιση με τις διαφορετικές προτιμήσεις των Ελλήνων καταναλωτών.
Όσον αφορά το μέλλον, η αγορά ηλεκτροκίνητων οχημάτων στην Ελλάδα προβλέπεται να φτάσει σε σημαντικά ορόσημα. Μέχρι το 2024, ο τζίρος της αγοράς εκτιμάται ότι θα φθάσει τα 361,2 εκατ. δολάρια, με αναμενόμενο ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης 10,69% μέχρι το 2028. Η ανάπτυξη θα κλιμακώσει δυνητικά τον όγκο της αγοράς σε 542,3 εκατ. δολάρια, που μεταφράζεται σε 15.440 μονάδες οχημάτων που θα πωληθούν έως το 2028.
Όπως καταλήγει η έρευνα, για να επιτύχει τους φιλόδοξους στόχους της για την ενεργειακή απόδοση έως το 2030, η Ελλάδα αναγνωρίζει την ανάγκη να αξιοποιήσει το δυναμικό του ιδιαίτερα ηλεκτροκίνητου βιομηχανικού της τομέα. Η χώρα βρίσκεται σε προνομιακή θέση για να ενισχύσει τη χρήση ΑΠΕ, ιδίως με ανανεώσιμο υδρογόνο, εν αναμονή της διαθεσιμότητας ασφαλούς και οικονομικά βιώσιμου εφοδιασμού.
Στην έρευνα της RSM πραγματοποιήθηκε λεπτομερής ανάλυση των πολιτικών, της τεχνολογικής εξέλιξης και της ανάπτυξης των υποδομών κάθε κράτους της ΕΕ σε σχέση με τις απαιτήσεις που προκύπτουν για την επίτευξη της μετάβασης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στη βιώσιμη αυτοκίνηση. Η πρόοδος κάθε χώρας αξιολογήθηκε σε σχέση με την Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία και τους εμβληματικούς στόχους που περιελάμβαναν τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, την προώθηση οχημάτων μηδενικών εκπομπών, την υποδομή ηλεκτρικής φόρτισης και τις βιώσιμες αεροπορικές και θαλάσσιες μεταφορές.
Ειδικά στην περίπτωση της Ελλάδας, προτάσσεται η ανάγκη να δοθεί προτεραιότητα στις επενδύσεις στην καινοτομία και στην ανάπτυξη και υλοποίηση πολιτικών. Με τον τρόπο αυτό, θα στηρίξει τη συλλογική επιδίωξη για βιώσιμη αυτοκίνηση και πράσινες μετακινήσεις.