Σύμφωνα με νέα έκθεση της EY, τα στελέχη του τομέα εξόρυξης και μετάλλων εξακολουθούν να θεωρούν τους κινδύνους που σχετίζονται με το πλαίσιο ESG ως τους σημαντικότερους που θα αντιμετωπίσουν οι εταιρείες του κλάδου τους επόμενους 12 μήνες. Ωστόσο, επισημαίνουν ότι η πρόσβαση σε κεφάλαια έχει καταστεί πλέον ένας σημαντικός παράγοντας κινδύνου.
Ο Paul Mitchell, Global Mining & Metals Leader στην ΕΥ λέει ότι η σχετική έρευνα της εταιρείας με τίτλο Top 10 business risks for mining and metals in 2024 που βασίζεται σε συνεντεύξεις με 150 στελέχη που απασχολούνται στον κλάδο «τονίζει το περίπλοκο περιβάλλον λειτουργίας που θα αντιμετωπίσουν οι εξορυκτικές εταιρείες το 2024».
«Η αντιμετώπιση αυτών των κινδύνων είναι πλέον σαφώς ενσωματωμένες στις στρατηγικές των καλύτερων φορέων εξορυκτικών εκμεταλλεύσεων, ιδίως όσον αφορά στο πλαίσιο ESG και στην κοινωνική αποδοχή όσον αφορά στη λειτουργία των εκμεταλλεύσεων, και θα παραμείνει προτεραιότητα για τα επόμενα χρόνια».
Οι ερωτηθέντες στην έρευνα αναφέρουν ότι ο έλεγχος από όλες τις ομάδες ενδιαφερομένων αυξάνεται, ιδιαίτερα γύρω από θέματα ESG και, σύμφωνα με την EY, οι εξορυκτικές εταιρείες που έχουν σωστές διαδικασίες γύρω από το ESG, θα απολαμβάνουν «σημαντικά οφέλη, όπως βελτιωμένη πρόσβαση σε κεφάλαια, ευκολότερη προσέλκυση νέου προσωπικού και υψηλότερο βαθμό κοινωνικής αποδοχής».
Ενώ η προσέλκυση νέων εργαζομένων στον τομέα είναι πλέον μόλις ο δέκατος στην κατάταξη κίνδυνος σύμφωνα με τους ερωτηθέντες, η «βελτιωμένη πρόσβαση σε χρηματοδότηση», κατατάσσεται πλέον ως ο δεύτερος πιο σημαντικός κίνδυνος για τις μεγάλες εξορυκτικές εταιρείες μετά τον κίνδυνο που σχετίζεται με το ESG, κυρίως λόγω των τεράστιων επενδύσεων που απαιτούνται για τη μετάβαση του κλάδου στην πράσινη ενέργεια.
Η αναπτυξιακή χρηματοδότηση δεν είναι εύκολη
Ο τρόπος με τον οποίο η εξορυκτική βιομηχανία διαχειρίζεται την αναπτυξιακή χρηματοδότηση θα μπορούσε να αποτελέσει ένα σημείο καμπής για την εξορυκτική βιομηχανία. Οι μέσες αποδόσεις για τους μετόχους των 30 κορυφαίων εξορυκτικών εταιρειών αυξήθηκαν κατά σύνθετο ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης (CAGR) ίσο με 22% από το 2019 έως το 2022, σύμφωνα με την έκθεση της EY. Παρά την επιστροφή σε σημαντική κερδοφορία για τις μεγάλες εξορυκτικές εταιρείες, η εστίαση παραμένει στα κέρδη και τη χρηματοοικονομική πειθαρχία, χωρίς να διαφαίνεται τάση για αναπτυξιακές επενδύσεις.
Τα τελευταία 20 χρόνια, οι δαπάνες κεφαλαίου για την επέκταση των δραστηριοτήτων σε ολόκληρο τον κλάδο ξεπερνούν συνήθως το 20% των κερδών για τις κορυφαίες εταιρείες, κάτι που είναι αναμενόμενο εφόσον ο κλάδος χαρακτηρίζεται από εξάντληση των αποθεμάτων και πτώση στην ποιότητα των μεταλλευμάτων.
Τα τελευταία δύο χρόνια, το ποσοστό αυτό έχει υποχωρήσει περίπου στα επίπεδα του 10%, καθώς οι εταιρείες συνεχίζουν να ευνοούν τις αποδόσεις των μετόχων έναντι της ανάπτυξης νέων εκμεταλλεύσεων.
Ωστόσο, μέχρι στιγμής, τα αναπτυξιακά κεφάλαια για την ενεργειακή μετάβαση δε φαίνεται να εισρέουν στον τομέα της εξόρυξης, με την έκθεση να διαπιστώνει ότι οι εταιρείες σιδήρου και χάλυβα, χρυσού και άνθρακα προσέλκυσαν τα περισσότερα κεφάλαια σε σχέση με το 2022. Και η ανισοκατανομή αυτών των των κεφαλαίων μεταξύ μετάλλων και εξόρυξης, δε θα βοηθήσει ιδιαίτερα στη μετάβαση στην Εξόρυξη 2.0.
Η έκθεση αναφέρει ότι τα κεφάλαια που αντλήθηκαν μέσω της δημιουργίας χρέους και των ιδίων κεφαλαίων τους πρώτους επτά μήνες του 2023, παρέμειναν σταθερά (196 δισ. δολάρια σε σύγκριση με 192 δισ. δολάρια την ίδια περίοδο του 2022) και σύμφωνα με τους συγγραφείς της έκθεσης «αυτή η τάση αναμένεται να συνεχιστεί το 2024».
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το λίθιο και το νικέλιο προσελκύουν την προσοχή, καθώς ο κύριος όγκος των επενδυτών επενδύουν στον τομέα των ηλεκτρικών οχημάτων, αλλά η απότομη πτώση των τιμών για αυτά τα εμπορεύματα φέτος μπορεί να μειώσει τις σχετικές επενδύσεις νωρίτερα από το αναμενόμενο.
Είναι επίσης αξιοσημείωτο ότι τα χρήματα που συγκεντρώθηκαν για τον χαλκό -ο οποίος βρίσκεται στο επίκεντρο της ενεργειακής μετάβασης- μειώθηκαν κατά 28% το 2023, ενώ οι επενδύσεις σε εξειδικευμένα μέταλλα έχουν μειωθεί σχεδόν κατά 50%, παρά τους καταλόγους κρίσιμων ορυκτών πρώτων υλών που καταρτίστηκαν από πολλές χώρες τα τελευταία χρόνια.
Τους πρώτους επτά μήνες του 2023, οι εταιρείες εξόρυξης και μετάλλων εξέδωσαν πράσινα ομόλογα ύψους 1 δισ. δολαρίων, από σχεδόν 4 δισ. δολάρια την ίδια περίοδο του προηγούμενου έτους. Η EY αναμένει να συνεχιστεί η τάση σύνδεσης των ομολόγων ESG με συγκεκριμένα έργα, για παράδειγμα ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, βιοποικιλότητας και επενδύσεων σε τοπικές κοινωνίες, αντί για μεγάλους, ολιστικούς στόχους.
Στο κυνήγι της ισορροπίας
Η ανάπτυξη νέων εκμεταλλεύσεων έχει γίνει πιο δύσκολη, με νέες απαιτήσεις όσον αφορά στο ESG, οι οποίες αυξάνουν σημαντικά το κόστος κεφαλαίου, και όχι μόνο για νέα έργα. Τα οικονομικά προβλήματα που αντιμετωπίζει η Codelco στην προσπάθεια αύξησης της παραγωγής χαλκού σε υπάρχουσες εκμεταλλεύσεις από τα πιο χαμηλά εδώ και δεκαετίες επίπεδα, χρησιμεύει ως προειδοποίηση για τον υπόλοιπο κλάδο.
Η πρόσφατη αστάθεια έχει επιδεινώσει το πρόβλημα της παραγωγικότητας του κεφαλαίου που απασχολεί εδώ και καιρό τον τομέα της εξόρυξης, οπότε εκτός από το αυξημένο κόστος των εισροών, τα υψηλότερα επιτόκια αυξάνουν το κόστος του κεφαλαίου, όπως αναφέρει η EY. Η ανάλυση 132 αναπτυξιακών έργων που απαιτούσαν επενδύσεις κεφαλαίου άνω του 1 δισ. δολαρίων, έδειξε ότι σχεδόν το ένα στα πέντε αντιμετώπισε υπερβάσεις κόστους, με μέση υπέρβαση της τάξης των 500 εκατ. δολαρίων.
Η EY λέει ότι οι εξορυκτικές εταιρείες «θα πρέπει να εστιάσουν στην ανάγκη τα παλαιότερα έργα να πληρούν τις νεότερες απαιτήσεις ESG, οι οποίες μπορεί να περιλαμβάνουν εξηλεκτρισμό λειτουργιών, πράσινη ενέργεια και χαμηλή χρήση νερού, για να αποκτήσουν πρόσβαση σε χρηματοδότηση». Επίσης υπογραμμίζει την πρόκληση που αντιμετωπίζουν οι εξορυκτικές εταιρείες για να «εξισορροπήσουν τις αποδόσεις με τις ευθύνες» και αναφέρει χαρακτηριστικά ένα στέλεχος που είπε ότι «τα νέα ορυχεία πρέπει να είναι εξαρχής ουδέτερα ως προς τις εκπομπές άνθρακα» και ένα άλλο που δήλωσε «δεν μπορούμε πλέον να αναπτύξουμε υπάρχουσες εκμεταλλεύσεις αν δεν επενδύσουμε στην πράσινη ενέργεια».
«Καθώς οι εξορυκτικές εταιρείες προσαρμόζουν τα επιχειρηματικά τους μοντέλα και λαμβάνουν πιο δύσκολες επενδυτικές αποφάσεις, θα πρέπει να βεβαιωθούν ότι μπορούν να προσελκύσουν επενδυτές, Εφόσον τα επιτόκια είναι απίθανο να μειωθούν σύντομα, οι εταιρείες μπορεί να χρειαστεί να εργαστούν σκληρότερα για να εξισορροπήσουν τις βιώσιμες εναλλακτικές με τις οικονομικές αποδόσεις».
Με πληροφορίες από mining.com