Μετά από ένα χρόνο έρευνας σε διάφορες επιστημονικές εκδόσεις και εθνικές βάσεις δεδομένων, επιστήμονες που χρηματοδοτήθηκαν από το Norwegian Research Council συνέταξαν μια λίστα με περισσότερες από 16.000 «χημικές ουσίες πλαστικών», δηλαδή ενώσεις που βρίσκονται στα πλαστικά ή χρησιμοποιούνται σε αυτά, συμπεριλαμβανομένων πρώτων υλών και πρόσθετων όπως σταθεροποιητές και χρωστικές.
Από αυτές τις ουσίες, τουλάχιστον 4.200 είναι «παραμένουσες, βιοσωρευτικές και/ή τοξικές», όπως διαπίστωσε η ερευνητική ομάδα. Αυτή «είναι μια συγκλονιστική αποκάλυψη», λέει ο επικεφαλής συγγραφέας Martin Wagner, περιβαλλοντικός τοξικολόγος στο Norwegian University of Science and Technology στο Trondheim. Η ομάδα ανακάλυψε επίσης ότι τα δεδομένα επικινδυνότητας δεν ήταν διαθέσιμα για περισσότερες από 10.000 χημικές ουσίες και για περισσότερες από 9.000 δεν υπήρχαν δημόσια διαθέσιμες πληροφορίες σχετικά με τα πλαστικά στα οποία χρησιμοποιούνται.
«Ακριβείς πληροφορίες για όλες αυτές τις χημικές ουσίες είναι δύσκολο να βρεθούν, εν μέρει επειδή η βιομηχανία δε μοιράζεται πάντα εμπορικά ευαίσθητες πληροφορίες, οπότε η προσπάθεια συλλογής των δεδομένων είναι ακόμη πιο σημαντική», εξηγεί ο Wagner.
«Οι αριθμοί που παρουσιάζονται είναι τρομακτικοί. Αυτή είναι η πιο ολοκληρωμένη έκθεση μέχρι σήμερα», λέει η Bethanie Carney Almroth, οικοτοξικολόγος στο Πανεπιστήμιο του Gothenburg.
Η έκθεση δημοσιεύτηκε στις 14 Μαρτίου 2024, εγκαίρως για τον επόμενο γύρο διαπραγματεύσεων σχετικά με τη United Nations treaty on global plastic pollution. Οι επιστήμονες έχουν κάνει εκστρατεία υπέρ της συνθήκης, η οποία ασχολείται με όλες τις πτυχές της παραγωγής πλαστικών και της διαχείρισης πλαστικών αποβλήτων, με σκοπό τη συμπερίληψη ενός καταλόγου πολυμερών και χημικών που χρησιμοποιούνται στα πλαστικά, τα οποία προκαλούν ανησυχία.
Ορισμένες από αυτές τις ενώσεις είναι γνωστό ότι διοχετεύονται στα τρόφιμα, το νερό και το περιβάλλον, με επιπτώσεις στην υγεία του ανθρώπου και των οικοσυστημάτων. Οι συζητήσεις σχετικά με τη Συνθήκη συνεχίζονται στην Ottawa τον επόμενο μήνα και έχουν προγραμματιστεί να ολοκληρωθούν στο Busan της Νότιας Κορέας το Δεκέμβριο του 2024.
Η έκθεση σημειώνει ότι αν και σχεδόν 1.000 ύποπτα χημικά ρυθμίζονται από παγκόσμιες πρωτοβουλίες όπως η Σύμβαση της Στοκχόλμης για τους παραμένοντες οργανικούς ρύπους, περισσότερες από 3.600 χημικές ενώσεις δεν υπόκεινται σε κάποιο ρυθμιστικό πλαίσιο. Οι συγγραφείς της έκθεσης τοποθετούν αυτές τις χημικές ουσίες σε μια «κόκκινη λίστα» που πρέπει να υπαχθεί σε ένα ρυθμιστικό πλαίσιο, όπως υποστηρίζουν.
«Το μήνυμα είναι πολύ σαφές», λέει ο Wagner, που είναι μέλος του συνασπισμού επιστημόνων για μία αποτελεσματική Συνθήκη για τα Πλαστικά, μια ομάδα που έχει σχηματιστεί ως συμβουλευτικό σώμα στις διαπραγματεύσεις για τη συγκεκριμένη συνθήκη. «Κάτι πρέπει να γίνει», προσθέτει ο Wagner, αν και οι συντάκτες της έκθεσης δεν είναι σαφείς σχετικά με το εάν οι συμμετέχοντες στις διαπραγματεύσεις θα πρέπει να θέσουν σε εφαρμογή απαγορεύσεις ή άλλα ρυθμιστικά μέτρα.
Η Kimberly Wise, αντιπρόεδρος ρυθμιστικών και τεχνικών υποθέσεων στο American Chemistry Council (ACC), το οποίο εκπροσωπεί αμερικανικές εταιρείες χημικών, δήλωσε: «Τα πλαστικά πρόσθετα παρέχουν πολλά σημαντικά οφέλη που ενισχύουν τη λειτουργία και την ανθεκτικότητα των πλαστικών προϊόντων, τα οποία μας δίνουν τη δυνατότητα να κάνουμε περισσότερα με λιγότερα. Δυστυχώς, η συγκεκριμένη έκθεση επιδιώκει να προωθήσει ένα πλαίσιο κινδύνου που αγνοεί την έκθεση σε αυτά τα πρόσθετα στον πραγματικό κόσμο και δίνει μια ελλιπή εικόνα για τις ρυθμιστικές αρχές και το κοινό».
Διάχυτοι κίνδυνοι
Πολλές προσπάθειες ρύθμισης των χημικών ουσιών, όπως ο νόμος του 1976 για τον έλεγχο των τοξικών ουσιών στις ΗΠΑ, αξιολογούν μία χημική ουσία λαμβάνοντας υπόψη τόσο τους κινδύνους όσο και την πιθανότητα έκθεσης σε αυτή. Αντίθετα, οι συντάκτες της έκθεσης χρησιμοποιούν μια πιο προληπτική προσέγγιση που εξετάζει μόνο τους κινδύνους, εν μέρει επειδή τα πλαστικά είναι τόσο διάχυτα που η αξιολόγηση της πιθανής έκθεσης σε αυτές τις ουσίες δεν μπορεί να είναι σαφής. «Αυτή η προσέγγιση είναι η πιο ενδεδειγμένη», συμφωνεί η Miriam Diamond, περιβαλλοντική χημικός στο Πανεπιστήμιο του Toronto.
Ο Wagner εξεπλάγη από το πόσες ανησυχητικές χημικές ουσίες βρήκε η ομάδα και πόσο διαδεδομένες είναι. «Στο παρελθόν, πολλοί ερευνητές και άλλοι φορείς υποστήριξαν ότι οι περισσότερες χημικές ουσίες που προκαλούν ανησυχία δε χρησιμοποιούνται πλέον στην παραγωγή πλαστικών. Αλλά η ομάδα βρήκε πειστικά στοιχεία ότι πολλές εξακολουθούν να χρησιμοποιούνται. Βρήκαμε περισσότερες από 400 ανησυχητικές χημικές ουσίες σε όλους τους κύριους τύπους πολυμερών. Αυτό ήταν δυσάρεστη έκπληξη που προκαλεί ιδιαίτερη ανησυχία», προσθέτει ο Wagner.
Δεδομένου του τεράστιου αριθμού χημικών ουσιών που προκαλούν ανησυχία και της έλλειψης δεδομένων για πολλές από αυτές, η ομάδα τις κατατάσσει σε 15 ομάδες όσον αφορά στην προτεραιότητα δράσεων. Μεταξύ άλλων, οι ομάδες αυτές περιλαμβάνουν τις φθαλικές ενώσεις (συχνά χρησιμοποιούνται για να κάνουν το πολυβινυλοχλωρίδιο πιο εύκαμπτο) και τις δισφαινόλες (χρησιμοποιούνται για την κατασκευή ανθεκτικών πολυανθρακικών πλαστικών).
Η έκθεση συνιστά επίσης να ζητούνται από τις εταιρείες στοιχεία σχετικά με το τι υπάρχει στα πλαστικά τους, συμπληρώνοντας τα κενά στην πληροφόρηση. «Δεν είναι δυνατό να μετριαστεί η ζημιά στο περιβάλλον ή στον άνθρωπο, εάν υπάρχουν αυτά τα κενά γνώσης και είναι εντελώς ανεύθυνο για τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής να επιτρέψουν να συνεχιστεί αυτό», λέει ο Carney Almroth.
«Η έκθεση τονίζει την ανάγκη για μεγαλύτερη διαφάνεια. Το Διεθνές Συμβούλιο Χημικών Ενώσεων (ICCA) υποστηρίζει αυτές τις προσπάθειες και ήδη αναπτύσσει μια βάση δεδομένων χημικών προσθέτων και ένα πλαίσιο αξιολόγησης κινδύνου για την παροχή κρίσιμων πληροφοριών στις ρυθμιστικές αρχές σε όλο τον κόσμο», λέει ο Wise σε δήλωση του.
«Οι επιστήμονες μπορούν να βοηθήσουν και να αναλύσουν την επικινδυνότητα χημικών ουσιών αλλά δεν έχουν τα απαραίτητα δεδομένα ενώ οι μετα-αναλύσεις μπορούν να γίνουν μόνο σε καλά μελετημένες ενώσεις. Ο κόσμος χρειάζεται επίσης καλύτερες αναλυτικές τεχνικές όπως βελτιωμένες βιοδοκιμές που μπορούν να μετρήσουν την επίδραση μιας χημικής ουσίας στους ζωντανούς οργανισμούς», εξηγεί ο Wise.
Δεν είναι σαφές εάν η Συνθήκη για τα Πλαστικά θα ολοκληρωθεί το Δεκέμβριο. Μέχρι στιγμής, οι διαπραγματεύσεις έχουν παρεμποδιστεί από μερικά κράτη με σημαντικές βιομηχανίες πετροχημικών που αντιστέκονται σε ένα αυστηρό ρυθμιστικό πλαίσιο για την παραγωγή πλαστικών. «Είμαστε σε αδιέξοδο, θα έλεγα. Η άποψη μου είναι ότι τα στοιχεία είναι πολύ ξεκάθαρα. Οι κυβερνήσεις πρέπει απλώς να συνεννοηθούν», καταλήγει ο Wagner.
Με πληροφορίες από nature.com