Μία ομάδα 85 χωρών και πολιτικών μπλόκ, πιέζουν για αυστηρότερους στόχους για τη μείωση των πλαστικών αποβλήτων μετά την αποτυχία των συνομιλιών στο Busan της Νότιας Κορέας, οι οποίες επιδίωκαν την εξασφάλιση σχετικής συμφωνίας μεταξύ περισσότερων από 200 χωρών.
«Οι δεσμευτικοί παγκόσμιοι στόχοι για τη μείωση της παραγωγής πλαστικών πρέπει να βρίσκονται στο επίκεντρο οποιασδήποτε συνεχιζόμενης διαπραγμάτευσης για την εξασφάλιση της πρώτης συνθήκης στον κόσμο για την αντιμετώπιση των πλαστικών αποβλήτων», δήλωσε η ομάδα των 85.
Αξίζει να αναφερθεί ότι οι συνομιλίες στο Busan της Νότιας Κορέας ξεκίνησαν στις 25 Νοεμβρίου, μεταξύ περισσοτέρων από 3.300 συμμετεχόντων συμπεριλαμβανομένων εκπροσώπων από περισσότερα από 170 έθνη και περισσότερες από 440 οργανώσεις. Οι συνομιλίες είχαν στόχο την εξασφάλιση συμφωνίας σχετικά με τις λεπτομέρειες μιας συνθήκης για την πλαστική ρύπανση, ωστόσο κατέληξαν σε αδιέξοδο στις αρχές του μήνα.
Ο Graham Forbes, ο επικεφαλής εκπρόσωπος της Greenpeace στις συνομιλίες, δήλωσε, «Βρισκόμαστε σε ένα ιστορικό σταυροδρόμι. Η ευκαιρία να διασφαλίσουμε μια επιδραστική συνθήκη για τα πλαστικά που θα προστατεύει την υγεία, τη βιοποικιλότητα και το κλίμα μας, παραμένει εφικτή».
Η συνάντηση, γνωστή ως INC-5, η οποία υποτίθεται ότι ήταν η τελευταία πριν από την υπογραφή της πρώτης συνθήκης για τη μείωση της πλαστικής ρύπανσης, καταλήγοντας σε αδιέξοδο καθώς η κύρια διαφωνία παρατηρήθηκε μεταξύ των κρατών που επιθυμούν αποφασιστική μείωση των πλαστικών αποβλήτων και των χωρών που παράγουν ορυκτά καύσιμα, οι οποίες αντιτίθενται σε τυχόν μειώσεις της παραγωγής.
Περισσότερες από 100 χώρες υποστήριξαν ένα προσχέδιο κειμένου που περιελάμβανε νομικά δεσμευτικές μειώσεις στην παραγωγή πλαστικών σε παγκόσμια κλίμακα και τη σταδιακή κατάργηση ορισμένων χημικών και πλαστικών προϊόντων μιας χρήσης.
Ωστόσο, η αντίσταση χωρών, συμπεριλαμβανομένης της Σαουδικής Αραβίας, του Ιράν και της Ρωσίας, στις μειώσεις της παραγωγής, σύμφωνα με δηλώσεις που υποβλήθηκαν κατά τη διάρκεια των συνομιλιών, οδήγησε τους συμμετέχοντες να παραδεχτούν την αποτυχία τους και να αναγνωρίσουν ότι δεν κατάφεραν να γεφυρώσουν τις έντονες διαφωνίες σχετικά με τους στόχους της Συνθήκης.
Ο Abdulrahman al-Gwaiz, ο εκπρόσωπος της Σαουδικής Αραβίας, ανέφερε ότι οι περικοπές παραγωγής παραμένουν κόκκινη γραμμή για πολλές χώρες. «Εάν θέλουμε να αντιμετωπίσουμε την πλαστική ρύπανση, πρέπει να κατανοήσουμε ότι δε θα πρέπει να υπάρχει πρόβλημα με την παραγωγή πλαστικών, γιατί το πρόβλημα είναι η ρύπανση, όχι τα ίδια τα πλαστικά».
Ως απάντηση στην αποτυχία των συνομιλιών, οι χώρες που πιέζουν για περικοπές παραγωγής, συνέχισαν να ζητούν νομικά δεσμευτικές μειώσεις. Ογδόντα πέντε χώρες και πολιτικά μπλοκ, συμπεριλαμβανομένου του Ηνωμένου Βασιλείου, της ΕΕ, της Ισπανίας, της Γερμανίας, του Μεξικού και της Ελλάδας υπέγραψαν δήλωση με την οποία δεσμεύονται να υπερασπιστούν την προσπάθεια για την επίτευξη της Συνθήκης.
Η Juliet Kabera, η γενική διευθύντρια της αρχής διαχείρισης περιβάλλοντος της Ρουάντα, δήλωσε εκ μέρους των χωρών αυτών: «Εκφράζουμε τις έντονες ανησυχίες μας σχετικά με τις συνεχιζόμενες εκκλήσεις μιας μικρής ομάδας χωρών να αφαιρέθουν δεσμευτικές διατάξεις από το κείμενο, οι οποίες είναι απαραίτητες για να είναι αποτελεσματική η Συνθήκη».
Οι χώρες που υποστηρίζουν τις περικοπές στην παραγωγή πλαστικών είπαν ότι η συνθήκη πρέπει να περιέχει δεσμευτικές διατάξεις για έναν παγκόσμια εφαρμόσιμο στόχο μείωσης της παραγωγής πρωτογενών πλαστικών πολυμερών σε βιώσιμα επίπεδα.
Οι ΗΠΑ, που είχαν αρχικά αφήσει να διαφανεί ότι θα υποστηρίξουν τις εθελοντικές μειώσεις της παραγωγής, κατηγορήθηκαν ότι δε χρησιμοποίησαν την επιρροή τους για να πιέσουν για νομικώς δεσμευτικά μέτρα.
Η Rachel Radvany, ακτιβίστρια της ομάδας περιβαλλοντικού δικαίου CIEL, δήλωσε: «Παρόλο που οι ΗΠΑ επέμειναν πριν και κατά τη διάρκεια των συνομιλιών ότι η παραγωγή πλαστικών και τα χημικά ήταν σημαντικές παράμετροι για μία αποτελεσματική συνθήκη, αρνήθηκαν τη συμμετοχή τους στην ομάδα των περισσότερων από 100 χωρών που ζητούν νομικώς δεσμευτικά μέτρα».
Ο Hugo Schally, γενικός διευθυντής για το περιβάλλον στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, δήλωσε: «Η ΕΕ είναι απογοητευμένη από το αποτέλεσμα του INC-5. Δεν πήραμε αυτό για το οποίο ήρθαμε εδώ, μια δεσμευτική συνθήκη με αποφασιστική δράση κατά της πλαστικής ρύπανσης, αλλά αντιληφθήκαμε ότι υπάρχει ένας διαρκώς αυξανόμενος αριθμός χωρών που μοιραζόμαστε τις ίδιες ανησυχίες».
Παρότι έχει προγραμματιστεί ένας νέος γύρος συνομιλιών, η επικεφαλής του ΟΗΕ για το περιβάλλον, Inger Andersen, αναγνώρισε ότι εξακολουθούν να υπάρχουν σημαντικές διαφορές. «Πιστεύω ότι δεν έχει νόημα να συναντηθούμε αν δεν μπορέσουμε να δούμε ένα μονοπάτι από τα αποτελέσματα στο Busan προς ένα ολοκληρωμένο και αποτελεσματικό κείμενο για τη Συνθήκη».
Η Andersen είπε ότι είναι ξεκάθαρο ότι «υπάρχει μια ομάδα χωρών που δίνουν φωνή σε έναν οικονομικό τομέα», αλλά είπε ότι η εύρεση ενός δρόμου προς τα εμπρός είναι δυνατή. «Έτσι λειτουργούν οι διαπραγματεύσεις. Οι χώρες έχουν διαφορετικά συμφέροντα, τα παρουσιάζουν και μετά πρέπει να γίνουν οι απαραίτητες διαπραγματεύσεις, αναζητώντας κοινό έδαφος».
Δεν έχει οριστεί ημερομηνία ή τοποθεσία για την επανέναρξη των συνομιλιών. Η Σαουδική Αραβία και άλλες χώρες προσπαθούν να διασφαλίσουν ότι θα ξεκινήσουν όχι νωρίτερα από τα μέσα του 2025.
Ένας αριθμός ρεκόρ από λομπίστες της βιομηχανίας πλαστικών παρευρέθηκε στις συνομιλίες στο Busan, με 220 εκπροσώπους της βιομηχανίας ορυκτών καυσίμων και χημικών, παρόντες. Ως ομάδα, ήταν η μεγαλύτερη αντιπροσωπεία στις συνομιλίες, καθώς ξεπερνούσαν σε αριθμό τους εκπροσώπους από την ΕΕ και κάθε κράτος μέλος της (191) ή τη χώρα υποδοχής, τη Νότια Κορέα (140), σύμφωνα με ανάλυση του CIEL.
Δεκαέξι λομπίστες από τη βιομηχανία πλαστικών παρακολούθησαν τις συνομιλίες ως μέρος αντιπροσωπειών της χώρας τους. Η Κίνα, η Δομινικανή Δημοκρατία, η Αίγυπτος, η Φινλανδία, το Ιράν, το Καζακστάν και η Μαλαισία είχαν εκπροσώπους του κλάδου στις αντιπροσωπείες τους.
Με πληροφορίες από theguardian..com